Αυτοεκτίμηση – Αυτο-αποξένωση

Δρ. Βίκυ Σίμου

Υπάρχουν μέρη του εαυτού που δεν έχουν ανακαλυφθεί, εκφρασθεί, βιωθεί. Είναι υπνοβάτες μέσα από την ίδια τους την ύπαρξη.
Θα έχουμε πολλές ευκαιρίες να δούμε τρόπους με τους οποίους η πρόκληση για σεβασμό στον εαυτό μας απαιτεί ηρωικές δυνατότητες της φύσης μας; τη θέληση να σκεφτόμαστε, να καταλαβαίνουμε, να παραμένουμε αληθινοί στην κατανόησή μας, να παλεύουμε, να υπομένουμε, να επιμένουμε και να παραμένουμε ανοιχτοί και έτοιμοι να ανταποκριθούμε στη ζωή, καμιά φορά ενάντια στο φόβο, την απογοήτευση, τη σύγχυση και τη μοναξιά.
Σχεδόν όλοι οι ψυχολόγοι αναγνωρίζουν πως υπάρχει κάποια σύνδεση ανάμεσα στο βαθμό αυτοεκτίμησης ενός ατόμου και στο βαθμό της γενικής διανοητικής υγείας του/της, όπως ακριβώς υπάρχει κάποια σύνδεση ανάμεσα στο βαθμό αυτοεκτίμησης ενός ατόμου και στη συμπεριφορά του/της στις εργασιακές και τις ανθρώπινες σχέσεις.
Οι στόχοι μας λοιπόν σ’ αυτές τις συναντήσεις είναι οι ακόλουθοι:
Να περιγράψουμε/αποδείξουμε ειδικά και συγκεκριμένα τι αξία έχει η έννοια "εαυτός/εγώ" και να δείξουμε τον συντριπτικά σπουδαίο ρόλο που παίζει αυτή η έννοια στην ανθρώπινη ζωή και αυτοεκτίμηση. Να εξετάσουμε τα είδη συμπεριφοράς με τα οποία "ο εαυτός/το εγώ" τιμάται ή προδίδεται. Να κατανοήσουμε καλύτερα τι σημαίνει "αυτοεκτίμηση" και τι ισχύ έχει σαν δύναμη που καθορίζει την πορεία της ύπαρξής μας. Να εξηγήσουμε από τι εξαρτάται η απόκτηση θετικής αυτοεκτίμησης. Να εξερευνήσουμε την έννοια της αυτονομίας και ατομικότητας καθώς και την πορεία πραγμάτωσης τους. Να υποδείξουμε/επισημάνουμε τρόπους αποφυγής του πλατιά διαδεδομένου προβλήματος της αποξένωσης. Τελικά στόχος μας είναι να δείξουμε ότι ένα σωστά κατανοητό "εγώ" δεν είναι εμπόδιο στην πνευματική ολοκλήρωση αλλά αντίθετα εκείνο χωρίς το οποίο καμιά ολοκλήρωση δεν είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί.


Μαθησιακές Δυσκολίες της Αυτοεκτίμησης

Συστήματα υποστήριξης
Το παιδί με μαθησιακά προβλήματα, βρίσκεται τυπικά στο χαμηλότερο σημείο του φάσματος της αποδοχής του εαυτού και της αυτοεκτίμησης. Αυτό ισχύει περισσότερο όταν οι μαθησιακές αδυναμίες του παιδιού έχουν επιμείνει για χρόνια. Όπως το οξύ, η αποτυχία στο σχολείο μπορεί να διαβρώσει τα όρια της αυτοαντίληψης του παιδιού.
Το παιδί του οποίου τα προβλήματα παραμένουν άλυτα, είναι επικίνδυνο. Μπορεί να μην αναπτύξει ποτέ αίσθηση της δύναμής του και της ικανότητάς του.
Ο ρόλος των γονέων ως προς την ανάπτυξη του αυτοσυναισθήματος, δεν μπορεί να υποτιμηθεί. Γονείς που φτιάχνουν ένα οικογενειακό περιβάλλον που στηρίζει το παιδί συναισθηματικά, ενώ αυτό προσπαθεί απεγνωσμένα να λύσει τα μαθησιακά του προβλήματα μπορεί να ελαττώσει σε μεγάλο βαθμό την πιθανότητα της καταστροφής της αυτοαντίληψης του παιδιού τους.
Το μεγαλύτερο κακό που μπορεί να συμβεί στον άνθρωπο είναι να φθάσει στο σημείο να θεωρεί τον εαυτό του άρρωστο, έγραψε ο Γκαίτε. Ενώ μπορεί να έχει αρνηθεί κάποια θρησκευτικά πιστεύω, κατανοούσε μια βαθιά αλήθεια για την ανθρώπινη φύση.
Το μεγαλύτερο εμπόδιο στο επίτευγμα και την επιτυχία δεν είναι η έλλειψη ταλέντου ή ικανότητα, αλλά μάλλον το γεγονός ότι επίτευγμα και επιτυχία πάνω από ένα ορισμένο επίπεδο είναι έξω από την γνώση για τον εαυτό μας, έξω από την προσωπική μας εικόνα για το ποιοι είμαστε και τι είναι κατάλληλο για μας. Το μεγαλύτερο εμπόδιο στην αγάπη είναι ο κρυφός μας φόβος ότι δεν είμαστε αγαπητοί. Το μεγαλύτερο εμπόδιο στην ευτυχία είναι το ανέκφραστο αίσθημα ότι ευτυχία δεν είναι το πεπρωμένο που μας ταιριάζει. Αυτό, λέγοντάς το απλά, είναι η σημασία της αυτοεκτίμησης. Έτσι, πρέπει να αρχίσουμε από την κατανόηση του τι σημαίνει αυτοεκτίμηση.
Ένα άτομο που αισθάνεται ανάξιο ευτυχίας, ανάξιο για κάθε χαρά ή επιβράβευση στη ζωή, έχει σίγουρα έλλειψη αυτοεκτίμησης.
Ο ρόλος των δασκάλων στην ανάπτυξη της αυτοεκτίμησης ενός παιδιού είναι εξίσου κρίσιμος. Δημιουργώντας ένα θετικό κλίμα στην αίθουσα του μαθήματος, παρέχοντας στο παιδί με μαθησιακές δυσκολίες μια ευκαιρία να γευτεί την επιτυχία και κάνοντας γνωστά στο παιδί τα επιτεύγματά του, ο δάσκαλος μπορεί να μειώσει σημαντικά τον κίνδυνο βλάβης της ιδέας που διατηρεί το παιδί για τον εαυτό του.
Δάσκαλοι και γονείς, εργαζόμενοι από κοινού και δημιουργώντας από πρόθεση ευκαιρίες στο παιδί με μαθησιακές δυσκολίες για να επιτύχει, μπορούν να δώσουν μια ισχυρή ώθηση στην επαναδημιουργία της αυτο-αποδοχής του παιδιού, αυτο-εμπιστοσύνης και αυτοεκτίμησης. Δυστυχώς, γονείς και δάσκαλοι δεν εργάζονται σαν ομάδα συχνά.
Στην ιδανική περίπτωση, αν είτε το γονεϊκό είτε το διδασκαλικό σύστημα υποστήριξης αποτύχει να λειτουργήσει ικανοποιητικά, το άλλο θα μπορέσει να αναπληρώσει. Δάσκαλοι που αντιλαμβάνονται ότι οι γονείς του παιδιού με μαθησιακές δυσκολίες δεν του επιβεβαιώνουν τις επιτυχίες του, πρέπει να πράξουν ό,τι περνάει από το χέρι τους για να αναπληρώσουν αυτή την αδυναμία. Πρέπει να παρέχουν πρόσθετη στοργή και υποστήριξη στο παιδί στο σχολείο. Ταυτόχρονα, θα πρέπει να προσπαθήσουν να εμφυσήσουν στους γονείς του παιδιού την ανάγκη της παροχής συναισθηματικής υποστήριξης στο σπίτι.
Γονείς που αντιλαμβάνονται ότι ο δάσκαλος δεν προσπαθεί να τονώσει την αυτο-εκτίμηση του παιδιού τους πρέπει να κάνουν ό,τι μπορούν για να αναπληρώσουν αυτή την απώλεια. Θα χρειαστεί να παρέχουν πρόσθετες ενισχυτικές στιγμές στο σπίτι, και ιδιαίτερα μαθήματα για βοήθεια ή καθοδήγηση. Κατά τη διάρκεια συναντήσεων με τους δασκάλους, θα πρέπει να προσπαθήσουν να πείσουν το δάσκαλο για την αναγκαιότητα της δημιουργίας ευκαιριών στο παιδί τους, ώστε να γνωρίσει την ακαδημαϊκή επιτυχία και αναγνώριση.

Αναγνωρίζοντας την έλλειψη αυτοεκτίμησης
Οι γονείς μπορεί χωρίς πρόθεση, να μην αναγνωρίσουν τα ισχνά συμπτώματα της μειωμένης αυτοεκτίμησης. Η στάση, συμπεριφορά και οι πράξεις ενός παιδιού είναι παράθυρα στα πιο βαθιά του αισθήματα. Συχνά αυτά τα παράθυρα έχουν τα εξώφυλλα κλειστά.
Σε μερικές περιπτώσεις τα συμπτώματα της αυτοεκτίμησης του παιδιού μπορεί να είναι πολύ λεπτά για να τα αναγνωρίσουν οι γονείς. Ένα παιδί μπορεί να γίνει τόσο αποτελεσματικό στην απόκρυψη των αδυναμιών του και να κρύψει τα τρωτά του σημεία, ώστε να εμποδίσει τους γονείς του να αναγνωρίσουν τα σημάδια στη συμπεριφορά ή τα αισθήματά του που θα υποδηλώνουν τη λύπη του και την ανεπάρκεια της αυτο-εκτίμησής του.
Η ανάγκη ενός παιδιού να αποκρύψει τα αισθήματά του μπορεί να αντανακλά την επιθυμία του να κερδίσει ή να διατηρήσει την αποδοχή των γονιών του. Ένα ανασφαλές πιεζόμενο παιδί μπορεί συνειδητά ή ασυνείδητα να φοβάται την απόρριψη στην περίπτωση που θα αποκάλυπτε τις αδυναμίες του. Μια τέτοια αντίδραση συναντάται ειδικά σε σπίτια όπου το παιδί θεωρεί ότι οι γονείς του είναι αυστηροί στην κρίση τους και αποδοκιμάζουν συχνά. Είναι επίσης πιθανό ένα παιδί να αισθάνεται αναγκασμένο να κρύψει τα αισθήματά του, εξαιτίας του φόβου του για το θυμό που θα εισπράξει. Τα παιδιά συχνά φοβούνται ή και ντρέπονται την επιθετικότητά τους. Κατά τη διάρκεια άρνησης και απόκρυψής των, συχνά αρνούνται και αποκρύπτουν όλα τους τα αισθήματα.
Οι γονείς μπορεί επίσης να γλιστρήσουν σε μια κατάσταση άρνησης. Κάποιοι μπορεί να αποδώσουν την ελαφρά μη προσαρμοζόμενη συμπεριφορά του παιδιού τους σε ιδιοτροπία της προσωπικότητάς τους. Άλλοι γονείς μπορεί να αποφύγουν να αντιμετωπίσουν το αδιάψευστο γεγονός ότι το παιδί τους βιώνει εσωτερική σύγχυση και αισθήματα ακαταλληλότητας. Αυτοί οι γονείς μπορεί να αντιδρούν έτσι γιατί ίσως υποψιάζονται ότι είναι υπεύθυνοι με κάποιο τρόπο για τη δυσαρμονία του παιδιού τους και αισθάνονται ενοχές. Άλλοι μπορεί να αισθάνονται απειλούμενοι από οποιαδήποτε περίσταση που προκαλεί αυτοκριτική και αυτο-αντιμετώπιση.
Οι γονείς που αγνοούν τα σήματα κινδύνου που υποδεικνύουν πιθανή συναισθηματική δυσαρμονία και έλλειψη αυτο-πεποίθησης, εγκυμονούν την καταστροφή. Πρέπει να επέμβουν αλλιώς το παιδί τους μπορεί να αναγκαστεί να πληρώσει ένα πολύ υψηλό τίμημα για την αγνόησή τους.

Διασπώντας τον κύκλο της αποτυχίας
Η προέλευση της αυτο-εκτίμησης και της αυτοπεποίθησης δεν είναι μυστηριώδης. Η εξίσωση που παράγει ένα ευτυχισμένο, αρμονικό παιδί με πεποίθηση συνίσταται από αγάπη, αποδοχή από τους άλλους, αποδοχή από τον εαυτό του και επιτυχία.
Γενετικοί παράγοντες πρέπει επίσης να συνυπολογιστούν. Για παράδειγμα ένα παιδί με διανοητικούς περιορισμούς ή φυσικά ανάπηρο, πρέπει να μάθει πώς να ξεπερνά ή και να συμβιβάζει τον εαυτό του με τις αδυναμίες του. Πολλά παιδιά με γενετικά οφειλόμενες αδυναμίες όχι μόνο συμβιβάζονται μ’ αυτές, αλλά μπορούν και να μάθουν και να διδαχτούν πώς να υπερισχύουν αυτών με αποτελεσματικότητα. Η θέλησή τους να υπερισχύσουν των αδυναμιών των, συνήθως μπορεί να ενισχυθεί ικανο¬ποιητικά με μια αφθονία γονικής και επαγγελματικής υποστήριξης και αγάπης.
Ακόμα και κάτω από τις καλύτερες συνθήκες η πατρότητα και η μητρότητα μπορούν να είναι μια υπέρτατη δοκιμασία. Οι γονείς αναμένεται να αντιμετωπίσουν αυτή τη δοκιμασία με λίγη ή και καθόλου κανονική εκπαίδευση. Απλά, υποτίθεται ότι θα ανταπεξέλθουν στις καταστάσεις και θα εφεύρουν τι πρέπει να κάνουν. Σε πολλές περιπτώσεις, η υπόθεση αποδεικνύεται αληθής. Σε άλλες όμως, οι γονείς μπορεί να πιέζονται καθώς προσπαθούν να λύσουν προβλήματα και υποθέσεις που δεν μπορούν να καταλάβουν απόλυτα. Ακόμα και υψηλά αυτενεργούντες και καλοπροαίρετοι γονείς είναι πιθανό να μην ξέρουν πώς να χειριστούν τα μοναδικού τύπου ακαδημαϊκά και συναισθηματικά προβλήματα του παιδιού με μαθησιακές δυσκολίες. Αυτό συμβαίνει ιδιαίτερα όταν το παιδί παρουσιάζεται εγκλωβισμένο σ’ έναν κύκλο αποτυχιών και ανάλογης συμπεριφοράς.
Οι επιδεξιότητες ενός καλού γονέα και η διαίσθηση μπορούν να αναπτυχθούν και να βελτιωθούν. Οι γονείς που θέλουν να το πράξουν θα πρέπει να είναι πρόθυμοι να εξετάσουν τη δυναμικότητα της σχέσης τους με το παιδί τους. Καθώς αποκτούν αυτογνωσία, οι γονείς συνήθως ανακαλύπτουν ότι μπορούν είτε να αποφύγουν είτε να απαρνηθούν πολλούς από τους επαναλαμβανόμενους τρόπους αντιμετώπισης που προκαλούν οργή, παρεξηγήσεις, κακή διάθεση, αμυντικότητα και αντίσταση. Αυτή η αυτογνωσία μπορεί να επιτρέψει στους γονείς να μετατρέψουν τη μη συνεπή "παιδιάστικη" συμπεριφορά σε συνεπή συμπεριφορά. Με προσπάθεια και εξάσκηση μπορούν να μάθουν πώς να αντικαθιστούν φράσεις καθοδήγησης, σε επικοινωνία που να είναι αυθεντική, παραγωγική και ευχάριστη. Οι γονείς ωστόσο, θα πρέπει να δεχτούν ότι θα κάνουν περιστασιακά λάθη στις κρίσεις τους, ανεξάρτητα από την αυτογνωσία, την προσπάθεια και εξάσκησή τους. Η ικανότητά τους να διδάσκονται από τα λάθη τους είναι το κλειδί της απόκτησης πιο αποτελεσματικών γονικών επιδεξιοτήτων.
Όλα τα παιδιά έχουν βασικές συναισθηματικές ανάγκες που πρέπει να τακτοποιηθούν: Αγάπη, εκτίμηση, αποδοχή, δομή και υποστήριξη βρίσκονται στην κορυφή του καταλόγου. Οι μοναδικές πιέσεις και το άγχος που βιώνει ένα παιδί με μαθησιακές δυσκολίες, συνήθως απαιτούν την τροφοδότησή του, με περισσότερα από τα συναισθηματικά τρόφιμα που χρειάζεται ένα κανονικό παιδί. Επίσης έχει ανάγκη μεγαλύτερης υπομονής.
Γονείς που ενδιαφέρονται για την αυτο-εκτίμηση του παιδιού τους πρέπει να καταβάλουν ιδιαίτερη προσπάθεια ώστε να κατανοήσουν πώς αναπτύσσεται. Οι παράγοντες που συντελούν και επηρεάζουν την αυτο-εκτίμηση αλληλοσυνδέονται και αλληλοκαλύπτονται. Η επίδραση μεταξύ αυτών των παραγόντων παρουσιάζεται εδώ γραφικά (ίδε σχέδιο). Οι δύο κύκλοι δεικνύουν την αμοιβαία συνέργια των παραγόντων και τις επιδράσεις τους στην αίσθηση του παιδιού σχετικά με τον εαυτό του, τις ικανότητές του και την ταυτότητά του.
Αυτές οι γραφικές αναπαραστάσεις δίνουν έμφαση στον τρόπο με τον οποίο οι παράγοντες που απαρτίζουν την αυτο-εκτίμηση συνδέονται σε ένα αλληλοεπιδρούμενο σύστημα. Ένας και μόνο αρνητικός παράγοντας μπορεί να μετατρέψει ένα θετικό κύκλο αυτοεκτίμησης σε αρνητικό. Για παράδειγμα, ένα παιδί που έχει δυσκολία στη μάθηση αλλά προσαρ¬μόζεται καλά μπορεί να παρουσιάσει προβλήματα κοινωνικοποίησης. Αυτά τα προβλήματα αρχίζουν να έχουν αρνητική επίπτωση στην απόδοσή του στο σχολείο και στις οικογενειακές σχέσεις του. Η δυσκολία του στο σχολείο και η ένταση στο σπίτι κάνουν την πεποίθηση και την αυτο-εκτίμηση του παιδιού να υποφέρει, και το παιδί γίνεται αυξανόμενα πιο ανασφαλές. Αρχίζει να αισθάνεται μη αγαπητό, μη αποδεκτό και μη εκτιμούμενο, με αποτέλεσμα η αυτο-εκτίμησή του να πέφτει όλο και πιο χαμηλά. Αν το παιδί δεν είχε αρχίσει να αντιμετωπίζει προβλήματα κοινωνικοποίησης, θα χαρακτηριζόταν κανονικά από ένα θετικό κύκλο αυτο-εκτίμησης. Μεταβάλλοντας ένα μόνο περιβαλλοντικό παράγοντα ωστόσο μια αλυσιδωτή αντίδραση δημιουργήθηκε και το παιδί χαρακτηρίζεται τώρα από ένα αρνητικό κύκλο αυτο-εκτίμησης.
Ένα άλλο παράδειγμα αμοιβαίων δυναμικών των κύκλων της αυτοεκτίμησης παρουσιάζεται από την περίπτωση του σίγουρου και ικανού μαθητή που συμμετέχει σ’ ένα υψηλά επιταχυνόμενο και υποσχόμενο πρόγραμμα. Αν και το παιδί ήταν ένας καλός μαθητής σε κανονική τάξη, τώρα δυσκολεύεται πολύ να συνεχίσει. Παρ’ όλη τη συνεχή προσπάθεια, το σχολείο αποτελεί μια αγωνιώδη προσπάθεια. Δοκιμάζοντας μικρή επιτυχία, η αυτοεκτίμηση του παιδιού αρχίζει να υποφέρει. Γίνεται όλο και λιγότερο ενεργητικός. Διαπιστώνει για πρώτη φορά ότι οι γονείς του είναι απογοητευμένοι με τα αποτελέσματά του. Ένα πριν γεμάτο αυτοπεποίθηση παιδί, τώρα γίνεται ένα ανασφαλές παιδί.
Μια εξέταση των δύο κύκλων αποκαλύπτει τα τέσσερα βασικά σημεία που γονείς και δάσκαλοι μπορούν να παρέμβουν και να αναπτύξουν την αυτοπεποίθηση του παιδιού. Αυτά τα τέσσερα σημεία είναι περιβάλλον, ερεθίσματα, υποστήριξη και αγάπη.
Για να παρέμβουν αποτελεσματικά, οι γονείς πρέπει να διαχωρίσουν το ένστικτό τους, την επιθυμία, και τις γονεϊκές ικανότητες. Με ικανότητα και προσπάθεια, μπορούν εσκεμμένα να δομήσουν το περιβάλλον του σπιτιού έτσι ώστε επικοινωνία και συναλλαγές να είναι πιο θετικές. Προμηθεύοντας ποιοτική και βοηθητική υποστήριξη για το παιδί τους, μπορούν να το βοηθήσουν ώστε να αποκτήσει τις ικανότητες που χρειάζεται να πετύχει στο σχολείο.
Οι γονείς μπορούν επίσης να επηρεάσουν τη φύση των ερεθισμάτων στις οποίες το παιδί τους εκτίθεται. Ενθαρρύνοντας με διπλωματία το παιδί τους να διαλέξει ρεαλιστικά ερεθίσματα, μπορούν να καλυτερεύσουν τις πιθανότητες να βιώσει επιτυχία. Παράδειγμα, μπορούν να ενθαρρύνουν ένα μαθητή έκτης τάξης που διαβάζει σε επίπεδο τετάρτης να διαλέξει ένα βιβλίο που μπορεί να διαβάσει και να του αρέσει.
Οι γονείς που βοηθούν το παιδί τους να αποκτήσει ρεαλιστικούς βραχυπρόθεσμους και μακροπρόθεσμους σκοπούς: Το εκπαιδεύουν να συγκεντρώνει τις δυνάμεις του για να αντιμετωπίζει συγκεκριμένες προκλήσεις. Όταν δίνουν λογικές οδηγίες και κριτήρια επίδοσης, ενθαρρύνουν την προσπάθεια, την υπευθυνότητα και τα επιτεύγματα.
Η αγάπη είναι ο τελικός παράγοντας που επηρεάζει. Οι γονείς που επιθυμούν να βελτιώσουν την αυτοεκτίμηση του παιδιού τους είναι υποχρεωμένοι να παρέχουν παραπάνω αγάπη, εκτίμηση, αναγνώριση και υποστήριξη. Το να δίνει κανείς την εντύπωση στο παιδί ότι είναι αγαπητό ανεξάρτητα από την επίδοσή του είναι μια κρίσιμη στιγμή στη διαδικασία της ανάπτυξης της αυτοεκτίμησης του παιδιού.
Όσο για τους δασκάλους που παρεμβαίνουν αποτελεσματικά στη διαδικασία της αυτοεκτίμησης, πρέπει κι αυτοί να ενδυναμώσουν το θεσμό τους, την επιθυμία τους και τη διδακτική τους ικανότητα. Αν επιθυμούν να αναπτύξουν την αυτοεκτίμηση του παιδιού με μαθησιακές δυσκολίες, πρέπει να ελέγχουν το περιβάλλον για να μπορεί το παιδί να έχει επιτυχίες. Αν και οι επιδόσεις του παιδιού με μαθησιακά προβλήματα μπορεί να είναι αρκετά πιο χαμηλές σε σύγκριση με αυτές των άλλων μαθητών, αυτές οι επιτυχίες είναι καθοριστικές για το παιδί. Το να αναγνωρίζεται και να επιβεβαιώνεται από το δάσκαλο είναι ιδιαίτερα σημαντικό όταν ο αγώνας του παιδιού για αυτοεκτίμηση μπορεί να έχει αβέβαιη έκβαση.
Τα κριτήρια επίδοσης για ένα δάσκαλο πρέπει να προσαρμόζονται σε μια ρεαλιστική εκτίμηση του επιπέδου των ικανοτήτων του μαθητή. Περιμένοντας από ένα μαθητή της πέμπτης τάξης που στην ανάγνωση βρίσκεται ένα χρόνο πίσω να κάνει δουλειά επιπέδου στις κοινωνικές σπουδές είναι μη-ρεαλιστικός. Οι μη ρεαλιστικές προσδοκίες όλες τις φορές προκαλούν απογοήτευση και ανησυχία. Σε ιδανικές συνθήκες οι δάσκαλοι θα είχαν το περιθώριο να βαθμολογήσουν τη δουλειά των παιδιών με μαθησιακά προβλήματα. Αν, εντούτοις, η τακτική του σχολείου ή η δική τους στάση, τους εμποδίζει από το να είναι ευπροσάρμοστα. Οι δάσκαλοι μπορούν να δώσουν στο μαθητή που προσπαθεί δύο βαθμούς στη δουλειά του. Ο ένας βαθμός θα έδειχνε την επίδοση συγκριτικά με τα άλλα παιδιά• ο δεύτερος βαθμός θα έδειχνε την επίδοση του παιδιού σε σύγκριση με προηγούμενη δική του επίδοση.
Είναι ατυχία που σε πολλές σχολικές περιφέρειες τα παιδιά με μαθησιακά προβλήματα βαθμολογούνται ανταγωνιστικά. Ο πρωταρχικός εκπαιδευτικός στόχος γι’ αυτούς τους μαθητές θα ‘πρεπε να είναι να αναπτύξουν την αυτοεκτίμησή τους και να τους βοηθήσει να ξεπεράσουν τις μαθησιακές αδυναμίες. Όταν αυτό επιτευχθεί και έχουν κατακτήσει ό,τι χρειάζεται για να συναγωνίζονται, η δουλειά τους μπορεί να αξιολογηθεί σε σύγκριση μ’ αυτή των άλλων μαθητών.
Οι δάσκαλοι που είναι ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένοι για τη σοβαρή κατάσταση στην οποία βρίσκεται το παιδί με μαθησιακές δυσκολίες μπορούν να παρακινήσουν ένα παιδί να κάνει συμπληρωματικές εργασίες για να νιώθει πιο σίγουρο για την πρόοδό του. Για παράδειγμα, ένα παιδί με σοβαρά προβλήματα στο λόγο που μελετά τον Παγκόσμιο Πόλεμο μπορεί να του δοθεί η δυνατότητα να σχεδιάσει εικόνες ή χάρτες που θα έδειχναν τι είχε καταλάβει. Με το να παρακινεί το μαθητή να εκφράσει το ενδιαφέρον του και τη γνώση του μ’ ένα μέσο στο οποίο μπορεί να έχει ιδιαίτερο ταλέντο ο δάσκαλος παρέχει στο μαθητή την ευκαιρία να βιώσει την επιτυχία και να αισθανθεί υπερήφανος για την επίδοσή του και να συμμετέχει ενεργά στην εκπαίδευσή του. Αν η δουλειά του παιδιού είναι καλή, μπορεί να προβληθεί ως παράδειγμα προς μίμηση για τα άλλα παιδιά. Για να είμαστε δίκαιοι, ο δάσκαλος θα μπορούσε επίσης να δώσει και στους άλλους μαθητές της τάξης την ευκαιρία να κάνουν συμπληρωματικές εργασίες για την άνοδο της βαθμολογίας τους.
Οι έξυπνοι και ευαισθητοποιημένοι δάσκαλοι σκοπίμως δημιουργούν ευκαιρίες για το ανασφαλές παιδί που αγωνίζεται για να αισθάνεται αποδεκτό και ότι το εκτιμούν. Βοηθούν το παιδί να εκπονήσει βραχυπρόθεσμους στόχους και ενθαρρύνουν την προσπάθεια και την υπευθυνότητα, όχι με νουθεσίες, αλλά με το να φτιάχνουν το γενικό πλαίσιο μέσα στο οποίο τα παιδιά μπορούν να επιτύχουν και να αισθάνονται καλά με τον εαυτό τους.
Το παιδί με μαθησιακά προβλήματα χρειάζεται την υποστήριξη όχι μόνο του δασκάλου της ειδικής τάξης αλλά και του δασκάλου της κανονικής τάξης (αυτή η δήλωση παίρνει ως δεδομένο ότι το παιδί περνάει ένα μέρος της ημέρας στην κανονική τάξη). Και οι δύο δάσκαλοι είναι υπεύθυνοι να πληροφορούν το παιδί για το πώς τα πάει και για το τι ακόμη χρειάζεται να καταφέρει. Το παιδί πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι οι δάσκαλοί του δουλεύουν σαν ομάδα και ότι περιμένουν από αυτό να επιτύχει συγκεκριμένους στόχους. Πρέπει επίσης να συνειδητοποιήσει ότι πιστεύουν ότι μπορεί να τα καταφέρει και να πετύχει αυτούς τους στόχους. Τελικά το παιδί με μαθησιακά προβλήματα πρέπει να καταλάβει ότι οι δάσκαλοί του δε θα δεχτούν τη δουλειά του αν είναι κάτω από ένα λογικό επίπεδο και ότι δε θα του επιτρέψουν να είναι ανεύθυνος ή να επηρεάζεται.
Προτού οι γονείς και οι δάσκαλοι να μπορέσουν αποτελεσματικά να επηρεάσουν και να ρυθμίσουν τη φύση των προκλήσεων που το παιδί γνωρίζει, πρέπει να καθορίσουν με ακρίβεια το τωρινό επίπεδο των ακαδημαϊκών προσόντων του παιδιού. Οι τελευταίοι βαθμοί στα σταθμισμένα tests που δίνονται στο σχολείο μπορεί να τους παρέχουν αυτή την πληροφορία. Το να γνωρίζουν οι δάσκαλοι και οι γονείς το τωρινό επίπεδο του μαθητή, τους επιτρέπει να μετρήσουν την περαιτέρω βελτίωση ή οπισθοδρόμηση.
Οι γονείς και οι δάσκαλοι που επιθυμούν να παρέμβουν αποτελεσματικά πρέπει να αγωνιστούν για να καταλάβουν τη φύση και τις συνέπειες των ιδιαίτερων μαθησιακών προβλημάτων που έχουν τα παιδιά τους. Αν και οι ρεαλιστικές προσδοκίες μπορούν να δράσουν ως έμπνευση για ένα παιδί, οι μη-ρεαλιστικές προσδοκίες μπορούν να γίνουν ένας εφιάλτης. Το να περιμένεις από ένα παιδί με μαθησιακές δυσκολίες που είναι δύο χρόνια πίσω από το επίπεδο της τάξης που είναι να φτάσει το επίπεδο της τάξης του σε έξι μήνες θα δημιουργούσε μια μεγαλύτερη απογοήτευση τόσο για το παιδί όσο και για τους ίδιους. Αν το παιδί δεν καταφέρει να πετύχει το στόχο, θα έχει υποστεί άλλη μια ήττα. Για ένα παιδί του οποίου η αυτοεκτίμηση είναι ήδη χαμηλή, αυτή η αποτυχία μπορεί να έχει καταστροφικές συναισθηματικές επιπτώσεις.
Για τους γονείς και τους δασκάλους ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να αναπτύξουν την αυτοεκτίμηση του παιδιού με μαθησιακά προβλήματα είναι να μειώσουν τις πιθανότητες για αποτυχία και να αυξήσουν τις ευκαιρίες για επιτυχία. Το να ενθαρρύνουν το παιδί με μαθησιακά προβλήματα να αναπτύξει ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον ή ταλέντο θα μπορούσε να παίξει αποφασιστικό ρόλο στο να βοηθήσουν να νιώσει υπερηφάνεια και αυτοπεποίθηση. Για παράδειγμα, οι γονείς μπορούν να ενθαρρύνουν το παιδί που προσπαθεί να κάνει μια συλλογή, να μάθει πως να χρησιμοποιεί ένα τόρνο ή να μάθει τέλεια να χειρίζεται τη βελόνα. Το παιδί που μπορεί να δει τα προσόντα του θα πειστεί για τις ικανότητές του πολύ περισσότερο από το παιδί του οποίου οι καλοπροαίρετοι γονείς του λένε ότι είναι έξυπνο και ικανό. Τίποτα δεν αναπτύσσει την αυτοεκτίμηση πιο αποτελεσματικά από την επιτυχία με χειροπιαστά αποτελέσματα.
Οι δάσκαλοι φανερά παίζουν έναν αποφασιστικό ρόλο στην εκπόνηση εφικτών στόχων για τα παιδιά. Όπως οι γονείς ενός παιδιού, κι αυτοί επίσης άλλοτε περιμένουν πολλά και άλλοτε πολύ λίγα. Το ότι το μέγεθος των προσδοκιών τους μπορεί να έχει δραματική επίδραση στο επίπεδο των ικανοτήτων του παιδιού και της αυτοεκτίμησής του έχει επανειλημμένα τεκμηριωθεί από εκπαιδευτικές έρευνες.
Ένα πείραμα που έλαβε χώρα στο χώρο της εκπαίδευσης σε ένα αξιοσέβαστο πανεπιστήμιο δείχνει την επίδραση που έχουν οι προσδοκίες των δασκάλων στο επίπεδο των ικανοτήτων του παιδιού. Ένας καθηγητής ανέθεσε σε μερικούς απόφοιτους σπουδαστές να διδάξουν σε μια ομάδα σπουδαστών με σοβαρά μαθησιακά προβλήματα των οποίων, όμως, δε γνώριζαν τη φύση. Αυτά τα παιδιά δεν είχαν ανταποκριθεί στις καθιε¬ρωμένες μεθόδους για τη βοήθεια των μαθησιακών τους προβλημάτων. Αν και οι σπουδαστές ήταν πολύ έξυπνοι, κανένας δάσκαλος δεν είχε ποτέ καταφέρει να τους βοηθήσει να αναπτύξουν τα βασικά ακαδημαϊκά τους προσόντα. Ο καθηγητής πίστευε ακράδαντα ότι οι απόφοιτοι σπουδαστές θα ήταν ικανοί να βρουν τη λύση για το πώς θα μπορούσαν να βοηθήσουν τα παιδιά να φτάσουν σ’ ένα επίπεδο ανάλογο με την ευφυΐα τους.
Στη διάρκεια των επόμενων μηνών οι απόφοιτοι σπουδαστές δοκίμασαν κάθε μέθοδο διδασκαλίας που υπήρχε. Αν και η πρόοδος ήταν αργή, τα παιδιά άρχισαν να ανταποκρίνονται θετικά στις προσπάθειες των δασκάλων τους και κατάφεραν σχετικά σημαντικά αποτελέσματα. Μόνο αφού οι απόφοιτοι σπουδαστές επεσήμαναν αυτή την πρόοδο ο καθηγητής, τους πληροφόρησε ότι τα παιδιά ήταν ελαφρώς καθυστερημένα. Τα αποτελέσματα των tests επιβεβαίωσαν ότι τα παιδιά είχαν προοδεύσει πολύ περισσότερο από ό,τι συνήθως αναμένεται από σπουδαστές που έχουν αυτό το επίπεδο νοημοσύνης.
Επειδή οι απόφοιτοι σπουδαστές πίστευαν ότι τα παιδιά ήταν έξυπνα δέχτηκαν την πρόκληση να τα διδάξουν έχοντας θετικές προσδοκίες. Απτόητοι από το γεγονός ότι οι άλλοι δάσκαλοι απέτυχαν, δοκίμασαν κάθε μέθοδο διδασκαλίας με ενθουσιασμό. Το γεγονός ότι οι άλλοι δοκίμασαν και απέτυχαν τους παρότρυνε να κάνουν ένα αποφασιστικό βήμα. Οι προσπάθειές τους ήταν αξιοθαύμαστες και τα αποτελέσματα επιβεβαίωσαν άμεσα τις θετικές προσδοκίες, τις καινοτομίες στις στρατηγικές διδασκαλίας και την παραπάνω τους προσπάθεια.
Θαύματα μπορούν να συμβούν όταν οι άνθρωποι παρακινούνται να δοκιμάσουν τους εαυτούς τους και τις ικανότητές τους. Η ανθρώπινη ιστορία είναι ένα σύνολο εμπνευσμένων αντρών και γυναικών που ξεπέρασαν τα όρια και έσπασαν τα ρεκόρ. Για να καταφέρουν οι άνθρωποι αυτό που φαίνεται αδύνατο χρειάζεται μόνο να πειστούν ότι μπορούν να επιτύχουν και ότι δικαιούνται να επιτύχουν.
Αυτό το αξίωμα εφαρμόζεται ιδιαίτερα στα παιδιά με μαθησιακά προβλήματα. Για να ξεπεράσουν τα προβλήματά τους, πρέπει να παρακινηθούν να μάθουν και πρέπει να πειστούν ότι μπορούν να μάθουν. Αρχικώς οι γονείς τους και οι δάσκαλοί τους πρέπει να τους δίνουν την έμπνευση και την πίστη. Αν είναι ικανοί, μπορούν να προτρέπουν το παιδί να αναλάβει την ευθύνη για την εκπόνηση κινήτρων. Η απόδειξη της επιτυχίας των προσπαθειών τους έρχεται όταν το παιδί το ίδιο επιθυμεί να μάθει και να πετύχει και όταν το ίδιο πείθεται ότι έχει την ικανότητα να μάθει και να επιτύχει.

Αλλάζοντας αντιλήψεις
Τα περισσότερα παιδιά που δεν έχουν επιτυχίες στο σχολείο ξοδεύουν ένα μεγάλο μέρος της συναισθηματικής τους ενέργειας στο να προστατεύουν τους εαυτούς τους από το να αισθάνονται αποτυχημένοι.
Ο Γιάννης ήταν τρομοκρατημένος όταν ένιωσε τους κινδύνους που παραμόνευαν από την άλλη πλευρά του τοίχου. Αν παρέμενε στην τρίτη τάξη, ήταν εξασφαλισμένη η επιτυχία και η πρόοδος. Πέρα από τον τοίχο, στην τετάρτη τάξη, είδε τον εαυτό του εκτεθειμένο στην αποτυχία και στην αμηχανία. Αν και τα μαθησιακά του προβλήματα δεν ήταν σοβαρά, έμοιαζαν πελώρια γι’ αυτόν. Χωρίς αυτοπεποίθηση και πεπεισμένος ότι δε θα μπορούσε να πετύχει στην τετάρτη τάξη, έριξε την κρεμαστή γέφυρα και οχύρωσε την πόρτα στο φρούριό του. Θα έμενε όπου ήταν ασφαλής.
Η διαδικασία της μετατροπής των προσδοκιών του Γιάννη από αρνητικές, σε προσδοκίες θετικές σχεδιάστηκε προσεκτικά. Οι δάσκαλοι τον δοκίμασαν σε δουλειές που ήταν δύσκολες αλλά όχι ακατόρθωτες. Του πρόσφεραν αναγνώριση και ενθάρρυνση αλλά η ανατροφοδότηση ήταν ειλικρινής και ποτέ τόσο πασιφανής που το παιδί άρχιζε να την προεξοφλεί. Του παρείχαν εντατική υποστήριξη αλλά ήταν προσεκτικοί ώστε ο Γιάννης να μην ανέπτυσσε συναισθηματική εξάρτηση με αυτούς.
Η στρατηγική αποδείχτηκε επιτυχής...
Ο Γιάννης είχε αρχίσει να έχει επιτυχίες. Η αυτοεκτίμησή του είχε αρχίσει να καλλιεργείται όπως ένας προσεκτικά φυτεμένος κήπος. Καθώς γνώριζε όλο και περισσότερο την επιτυχία, άρχισε να δέχεται τον εαυτό του και να εκτιμά τα πολλά ταλέντα του. Άρχισε επίσης να προσδοκά κι άλλες ικανότητες και να πιστεύει ότι όχι μόνο θα μπορούσε να πετύχει αλλά ότι εδικαιούτο να πετύχει. Αυτή η θέση είναι η έννοια της αυτοεκτίμησης και της αυτοαποδοχής.

Το περιβάλλον και οι παράγοντες της προσωπικότητας στα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες
Οι λόγοι για τους οποίους μερικά παιδιά αγωνίζονται και άλλα παραιτούνται είναι δύσκολο να το εξηγήσει κανείς. Προσωπικότητα - περιβάλλον και ίσως ακόμα και γενετικοί παράγοντες μπορούν να επηρεάσουν την αντίδραση του παιδιού με αρνητικές εμπειρίες επίθεσης κατά του εαυτού του.
Η αυτοεικόνα του παιδιού για τον εαυτό του διαμορφώνεται και διαπλάθεται από τις εμπειρίες της ζωής του. Δύο βασικά αξιώματα επηρεάζουν αυτή τη διαδικασία διαμόρφωσης και διάπλασης.
1. Το παιδί που νιώθει αγάπη, αποδοχή και επιβεβαίωση και του οποίου οι κοινωνικές και εκπαιδευτικές εμπειρίες είναι θετικές συνήθως αναπτύσσει μία θετική εικόνα για τον εαυτό του.
2. Το παιδί που δε νιώθει αγάπη, αποδοχή και επιβεβαίωση και του οποίου οι κοινωνικές και εκπαιδευτικές του εμπειρίες είναι αρνητικές συνήθως αναπτύσσει μία αρνητική εικόνα για τον εαυτό του.
Τα παιδιά με ειδικές ανάγκες κατά τη διαδικασία της μάθησης είναι ιδιαίτερα ευάλωτα στην επανατροφοδότηση που λαμβάνουν από τους ενήλικες. Μολονότι δε φαίνονται να αντιδρούν σε μια αρνητική παρατήρηση των γονέων ή των δασκάλων, η εμπειρία μπορεί να καταστρέψει το υπόβαθρο της προσωπικής τους εικόνας.
Εξαιτίας των υποστηρικτικών συστημάτων που δημιούργησαν ορισμένοι γονείς τα παιδιά επιμένουν παρ’ όλη τη συνεχή ακαδημαϊκή τους πάλη. Πολλά παιδιά σε παρόμοιες καταστάσεις ή θα είχαν παραιτηθεί ή θα είχαν κατασκευάσει ένα πολύπλοκο σύστημα άμυνας και μηχανισμούς παραίτησης.
Τα αδικαιολόγητα σχόλια ορισμένων δασκάλων καταπατούν κάθε αρχή της σταθερής θεωρίας της διδασκαλίας και της κατάλληλης ώριμης συμπεριφοράς. Οι δάσκαλοι δεν έχουν κανένα δικαίωμα να κάνουν μία δημόσια ανακοίνωση σχετικά με τις κρίσεις τους για την ικανότητα ή το δυναμικό ενός μαθητή. Δυστυχώς τέτοια μη επαγγελματική συμπεριφορά απ’ την πλευρά μερικών δασκάλων συμβαίνει σε μεγαλύτερη συχνότητα απ’ ότι θα έπρεπε.
Οι αρνητικές εμπειρίες έχουν ένα αθροιστικό ψυχολογικό αποτέλεσμα. Μειωτικές και υποτιμητικές παρατηρήσεις είναι ιδιαίτερα σκληρές.
Αυτές οι παρατηρήσεις είναι σαν μικρόβια που εισβάλλουν στο σώμα. Η αντίδραση του παιδιού μπορεί να είναι άμεση και να εγγραφεί ως πόνος, θυμός, ή ντροπή ή η συναισθηματική αντίδραση μπορεί και να καθυστερήσει.
Τα αποτελέσματα μπορούν να μην εκδηλωθούν για μήνες ακόμα και μετά από χρόνια. Μια τέτοια καθυστερημένη απάντηση μπορεί να είναι πιο εξασθενισμένη και δύσκολο να εντοπισθεί από μια προφανή και άμεση απάντηση. Το φάσμα των πιθανών αποτελεσμάτων περιλαμβάνει κατάθλιψη, θυμό, παρεκτροπές, προσωπικές αμφιβολίες, χειριστική συμπεριφορά, άγχος, ανευθυνότητα και γενικότερη συναισθηματική δυσαρμονία.
Γονείς και επαγγελματίες συνήθως προβληματίζονται από τους διαφορετικούς τρόπους με τους οποίους τα παιδιά ανταποκρίνονται στα περιβαλλοντολογικά ερεθίσματα. Παρ’ όλο που καταβάλλουν κάθε προσπάθεια για να συμμετέχει και να ενδυναμώνεται θετικά ένα παιδί με μαθησιακές δυσκολίες, οι γονείς και οι δάσκαλοι μπορούν να ανακαλύψουν ότι ένα παιδί υποχωρεί σ’ ένα αμυντικό καβούκι, όταν ένα άλλο επιμένει και παλεύει για να επιβληθεί στα μαθησιακά του προβλήματα. Η θεραπεία και για τα δύο παιδιά μπορεί να είναι ουσιαστικά η ίδια. Όταν η συμπεριφορά και του ενός και του άλλου παιδιού αναλύεται, δύο χαρακτηριστικά που διαφοροποιούν "τον αγωνιστή" από το "συνθηκολόγο" μπορούν να αναγνωριστούν: Η αυτοεκτίμηση και η αυτοπεποίθηση. Για λόγους που είναι συνήθως δύσκολοι να επεξηγηθούν, το ένα παιδί κατά κάποιο τρόπο καταφέρνει να επιζήσει με τη μαθησιακή του ανικανότητα, με τρόπο ανέπαφο σχετικά, χάρη στην εμπιστοσύνη και στην αυτοεκτίμησή του, τ’ άλλο όμως παιδί δεν τα καταφέρνει. Παρ’ όλα τα εξίσου σοβαρά μαθησιακά προβλήματα το επίμονο παιδί επιβάλλεται στις ατέλειές του και εξελίσσεται σ’ έναν έμπιστο και ικανό ενήλικα. Αυτή η διαφορά σε αντιδράσεις προτείνει δύο πιθανότητες:
1. Περίπλοκοι, δύσκολοι στο να οριστούν περιβαλλοντολογικοί παράγοντες καθώς και γονεϊκά λόγια μπορούν να έχουν σαν ενδεικτικά στοιχεία, μία επίδραση στη συμπεριφορά, αλλά και στην ανάπτυξη της προσωπικότητας και της διάθεσης με πιο φανερούς και χειροπιαστούς παράγοντες.
2. Κληρονομικοί παράγοντες συμπεριφοράς μπορούν επίσης να επηρεάσουν την προσωπικότητα και το ταμπεραμέντο.
Αυτή η επίδραση της γενετικής στην ιδιοσυγκρασία και τις αντιδράσεις των παιδιών τίθεται τώρα σε επιστημονική εξέταση. Αυτή η έρευνα συγκεντρώνεται στην προέλευση, της παιδικής αναχαίτισης και του φόβου. Σύμφωνα με μελέτες που καθοδηγήθηκαν από το Ζερόμ Κάγκαν, έναν ανερχόμενο ψυχολόγο στο Χάρβαρντ, 10% απ’ όλα τα παιδιά που γεννιούνται διέπονται από ντροπαλότητα. Άλλο ένα 10% δείχνει να είναι εξωστρεφές, αυθόρμητο και εύθυμο. Ο Κάγκαν εισηγήθηκε ότι η κληρονομική νευρική περιφέρεια, μπορεί να προκαλέσει σε μερικά παιδιά μεγαλύτερη ενεργοποίηση του άγχους. Παιδιά με φοβίες και περιορισμούς έχουν βρεθεί ότι έχουν ανεβασμένα επίπεδα της ορμόνης cortisol διαρκώς στο σάλιο τους. Η Cortisol είναι συνήθως μυστική, σε απάντηση του φόβου και παράγεται όταν ο υπερθάλαμος διεγείρει το βλεννογόνο αδένα, ο οποίος με τη σειρά του διεγείρει το φλοιό αδρεναλίνης του εγκεφάλου. Ο ίδιος αυτός φόβος προκαλεί στους μυς ένταση. Όταν αυτό συμβαίνει, το παρασυμπαθητικό νευρικό σύστημα προκαλεί αλλαγές στο ρυθμό της καρδιάς και στο μέγεθος της κόρης των ματιών. Το γεγονός ότι το επίπεδο της κορτιζόλης στο σάλιο του περιορισμένου παιδιού αυξάνεται συνεχώς και δυνατά, ενισχύει τη θεωρία ότι το παιδί κληρονομεί μεταβολικά χαρακτηριστικά που επηρεάζουν την προσωπικότητά του.
Παρ’ όλο που τα παιδιά συχνά αντιδρούν μ’ ένα μεγάλο βαθμό πρόβλεψης σε συγκεκριμένες περιβαντολογικές συνθήκες στο σχολείο και στο σπίτι, οι αντιδράσεις τους μερικές φορές είναι απρόβλεπτες. Για παράδειγμα, ένα παιδί που είναι πολύ κοντό μπορεί ν’ αντιδράσει μεταβαλλόμενο σε ψευτοπαλληκαρά ή σε δυνάστη. Ένα άλλο παιδί που είναι επίσης κοντό μπορεί να γίνει ντροπαλό, ευσυγκίνητο και ακοινώνητο. Ένα τρίτο παιδί μπορεί απλά να δεχτεί το γεγονός ότι είναι κοντό σαν ένα γεγονός της ζωής και να μην επιδείξει καθόλου αποτελέσματα ψυχολογικής ασθένειας.
Τα ανθρώπινα όντα δεν αντιδρούν σαν χημικά σ’ ένα εργαστήριο πειραμάτων. Παρ’ όλα αυτά ένας επιστήμονας μπορεί να προβλέψει με απόλυτη ακεραιότητα τι θα συμβεί εάν συνδυάσει δύο χημικά στην κατάλληλη ατμοσφαιρική πίεση• ένας κοινωνικός επιστήμονας δεν μπορεί να είναι τόσο σίγουρος σχετικά με το πώς τα ανθρώπινα όντα θα αντιδράσουν. Τα παιδιά είναι πολύπλοκα. Αυτή η πολυπλοκότητα και η πολλαπλότητα του περιβαλλοντολογικού ερεθίσματος στο οποίο εκτίθενται παράγει ένα ευρύ φάσμα αποφάσεων. Ο πρόσθετος παράγοντας της κληρονομικής προσωπικότητας χαρακτηριστικών, περιπλέκει περισσότερο την απάντηση των προτύπων. Εξαιτίας αυτών των μεταβλητών θέσεων, η ανθρώπινη συμπεριφορά δε συμμορφώνεται πάντα με τις προβλέψεις που βασίζονται σε κοινωνιολογικές και ψυχολογικές αρχές. Παρ’ όλα αυτά ένα ψυχικά κακοποιημένο παιδί έχει μια αξιοσημείωτη μεγαλύτερη στατιστική ευκαιρία να μεταβληθεί σε σκληρό γονιό, μπορεί να αντισταθεί όμως στο κοινωνικό πρότυπο και να αντιδράσει στις πραγματικά αρνητικές εμπειρίες της παιδικής ηλικίας, με το να γίνει ένας ευαίσθητος και ευγενικός γονιός. Θα πρέπει βέβαια, να σημειωθεί ότι μία τέτοια αντίδρασή του να είσαι σκληρός είναι άτυπη.
Πάντως μία θετική και αγαπημένη οικογενειακή σχέση δεν εξασφαλίζει πάντα ότι ένα παιδί θα προσαρμοστεί συναισθηματικά. Βέβαια υπάρχει σίγουρα ένα μεγάλο μέρος επιβεβαιωμένης ένδειξης, στα θετικά αποτελέσματα ενός υγιεινού σπιτικού περιβάλλοντος και στη συναισθηματική προσαρμογή ενός παιδιού. Τα κληρονομικά χαρακτηριστικά της προσωπικότητας και οι πολύπλοκες ανθρώπινες αντιδράσεις στο περιβαλλοντολογικό ερέθισμα χωρίς να παραβλέπουμε την ανάπτυξη της προσωπικότητας του παιδιού είναι χωρίς αμφισβήτηση επηρεασμένες από την ποιότητα του οικογενειακού δεσίματος. Όσο πιο υγιής είναι η σχέση γονιού-παιδιού, τόσο πιο θετική είναι η συναισθηματική προσαρμογή του παιδιού. Η φύση και η ποιότητα του δεσίματος της διαδικασίας, σταθερά επηρεάζει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο την ανάπτυξη της προσωπικότητας ενός παιδιού με μαθησιακά προβλήματα και τη φύση των αντιλήψεών του.
Οι γονείς ενός παιδιού με μαθησιακά προβλήματα έχουν μια ειδική ευθύνη να κάνουν τα πάντα στα πλαίσια των δυνατοτήτων τους ώστε να ενδυναμώσουν την ποιότητα της σχέσης τους.

Κατασκευάζοντας την επιτυχία
Για τα περισσότερα ζευγάρια, το να φέρουν στον κόσμο ένα παιδί είναι σχετικά εύκολο. Το να βοηθήσουν όμως να γίνει χαρούμενο και να αποκτήσει αυτοπεποίθηση μπορεί να είναι πολύ πιο δύσκολο. Η διαδικασία αυτή απαιτεί αγάπη, αφοσίωση και προσόντα για να είναι κανείς γονιός.
Το να βοηθήσουν το παιδί με μαθησιακά προβλήματα που έχει χαμηλή αυτοεικόνα μπορεί να είναι μια από τις δύσκολες και συναισθηματικά απαιτητικές προκλήσεις που μπορεί να αντιμετωπίσουν οι γονείς. Αλλά μπορεί επίσης να είναι μια από τις εμπειρίες της ζωής που αμείβονται καλά. Τι θα μπορούσε να είναι πιο συναρπαστικό και σημαντικό για ένα γονιό ή για ένα δάσκαλο από το να βεβαιώνει και να συμμετέχει στην αλλαγή ενός απελπισμένου και απογοητευμένου παιδιού σ’ ένα σίγουρο και επιτυχημένο άτομο.
Χωρίς καμιά αμφιβολία τα παιδιά που αποτυγχάνουν στο σχολείο γίνονται τα παιδιά που μισούν το σχολείο. Η συνεχής αποτυχία και απογοήτευση αναπόφευκτα εξαφανίζει τη θέληση για μάθηση και την επιθυμία για επίτευξη στόχων. Τα παιδιά που δεν ξεπερνούν τα μαθησιακά τους προβλήματα θα ανακαλύψουν ότι δεν έχουν τα κλειδιά με τα οποία ανοίγουν οι πόρτες για καριέρα, για οικονομικές απολαβές και για αυτοεκτίμηση.
Όταν αποκτήσετε επαρκή γνώση για τη φύση και τις επιπτώσεις των μαθησιακών προβλημάτων του παιδιού σας μπορείτε να παίξετε ένα ζωτικό ρόλο στο να εξασφαλίσετε στο παιδί σας την επιτυχία και όχι την αποτυχία στο σχολείο. Αν σας ενδιαφέρει η κατάληξη, πρέπει να είστε διατεθειμένοι να παρακολουθείτε στενά την ακαδημαϊκή επίδοση του παιδιού σας και να είστε σίγουροι ότι το παιδί σας έχει τη βοήθεια που χρειάζεται. Η συμμετοχή σας, η βαθιά γνώση σας, η συναισθηματική σας υποστήριξη και η ποιότητα της εκπαίδευσης που δίνεται στο παιδί σας από τους δασκάλους του θα καθορίσει το αν το παιδί σας θα τα καταφέρει και τελικά θα ξεπεράσει τα μαθησιακά του προβλήματα ή όχι.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΣΤΑΣΕΙΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΑ ΑΤΟΜΑ ΜΕ ΑΝΑΠΗΡΙΑ

Διαγνωστικά Εργαλεία Για Εκπαιδευτικούς

Η χρήση του Facebook στην Ελλάδα