Τα νοσοκομεία του καλοκαιριού
Τα νοσοκομεία του καλοκαιριού
Ευστράτιος Παπάνης, Ακαδημία των Πολιτών
Το πιο ακριβό γιατρικό στο νοσοκομείο ήταν το χαμόγελό της. Σπάνιο, υπεροπτικό, αδιάφορο, ειρωνικό. Εγκάρδιο, πλατύ και προκλητικό μόνο όταν μιλούσε στο κινητό ή σε κάποιους νεαρούς γιατρούς, εξάπτοντας το φθόνο, το μυστήριο, τον πόθο, τα πικρόχολα σχόλια και τη φημολογία.
Όλοι επιχειρούσαν μια επαφή μαζί της, εφευρίσκοντας απίθανες αφορμές, φανταστικούς πόνους και αδιαθεσίες, πλάθοντας καταφανέστατες δικαιολογίες και εκστομίζοντας κατάπτυστα ψέματα.
Η ματιά της, διατρητική, σαν τις ενέσεις και τους καθετήρες, που με περισσή μαεστρία έμπηγε, γαλάζια, σαν το πρωινό Αιγαίο, ανηλεής όπως η επιμονή με την οποία έδιωχνε τους επισκέπτες από το θάλαμο και τα δωμάτια των ασθενών.
Τα λόγια της χωρίς υπαινιγμούς, τυπικά, άχρωμα, επαγγελματικά, ανεπηρέαστα από την αδηφάγο λαγνεία και τον ίμερο, που την περιέλουζε. Οποιαδήποτε, εξάλλου, απόκλιση, ο παραμικρός ενθουσιασμός από μέρους της, θα ευθυνόταν για την κήρυξη ενός νέου πολέμου υποθέσεων, προσδοκιών, επίπλαστων επιτευγμάτων και χαιρεκακίας.
Μα όσο κι αν επιχειρούσε να είναι αυστηρή και άτεγκτη, τόσο η πορφύρα των χειλιών της μέλωνε και ζωγράφιζε τις λέξεις, έτσι ώστε και η πιο ανυποχώρητη προσταγή της να φέρει τη μελωδία της ελπίδας και της παραίσθησης.
Με δυσκολία εκμαιεύσαμε το όνομα της από έναν προδοτικό υπάλληλο του γραφείου κίνησης, αλλά οι παλαιότεροι θαμώνες του ιδρύματος όρκο έπαιρναν ότι ήταν αδέσμευτη και ανοιχτή σε κάθε ενδεχόμενο.
Και πώς να αγνοήσεις τη σοφία ανθρώπων βασανισμένων, ταλαιπωρημένων, πλην νικητών, που άντλησαν την αξία και τη θέση στην άτυπη ιεραρχία των ασθενών από τη βαρύτητα της αρρώστιας και τη σοβαρότητα ή τη διάρκεια της εγχείρησης.
Κάτω από τη στολή της διαγραφόταν ένα αέρινο κορμί, στήθη παλλόμενα, πόδια που δονούνταν πίσω από τα κενά των κουμπιών, ακροδάχτυλα πλασμένα για θωπείες και χάδια από καιρό λησμονημένα.
Οίστρος και σάστισμα επικρατούσε στους διαδρόμους, όταν είχε βάρδια, και γενναίοι σταυροφόροι των χειρουργείων, κουβαλώντας σαν δόρατα τους ορούς και τα σακουλάκια με τα απονέρια της τομής, περιδιάβαιναν τις ατραπούς του νοσοκομείου, περνώντας καμαρωτά από μπροστά της, έτοιμοι να ξεσκίσουν τους δράκους και τον Αράπη, που θα την απειλούσε.
Πιο άτυχος εγώ, που ακόμα δεν μπορούσα να συνέλθω από τη νάρκωση και παρέμενα κλινήρης, αποκαμωμένος και δυστυχής να περιεργάζομαι τα κουμπάκια του κρεββατιού, την ενοικιαζόμενη τηλεόραση και να αναδεύω τα κουταλάκια στον πλαδαρό πουρέ και τον μέλανα φιδέ, που μου προσέφεραν.
Μα ετούτη η βραδιά η καλοκαιρινή ήταν από εκείνες, που τα όνειρα ζωντανεύουν και τα στοιχειά παίρνουν ανθρώπινη λαλιά και οι συλλογικές αμφιβολίες γίνονται βεβαιότητες.
Η οπτασία της κυριάρχησε στις σκιές, ξιφούλκησε με την αδυναμία και αναπτέρωσε το πεσμένο ηθικό μου. Το σώμα της ήταν η επιτομή όλων όσων είχα λαχταρήσει, η σύνοψη των ανομολόγητων επιθυμιών, η συνισταμένη όλων των γυναικών που θέλησα.
- ´Έμαθα πως είστε ψυχολόγος και ήρθα να μιλήσουμε λίγο ´, ψιθύρισε, με τόση δόση ενοχής, ώστε να γίνει αισθησιακή.
- Συνήθως δεν ανοίγομαι σε άτομα, που δεν γνωρίζω, αλλά ξέρετε, οι άλλοι δεν καταλαβαίνουν τις ευαισθησίες μου. Κι εσείς, που είστε ειδικός, θα μου εξηγήσετε γιατί αυτό μου προκαλεί μεγάλη στεναχώρια και κυκλοθυμία...εγώ κατά βάθος...
Συνέχισε τη ληρωδία της, ενώ η σκέψη μου περιφερόταν αλήτικα στις γραμμές της και οι αισθήσεις μου αφουγκράζονταν θορύβους πίσω από την πόρτα, πιθανότατα των εμβρόντητων ασθενών, που δεν με είχαν υπολογίσει ως φέρελπι αντίπαλο.
´-Λοιπόν τι λέτε κι εσείς ´, κατέληξε, ´ δεν έχω δίκιο που δίνω έμφαση στο συναίσθημα και όχι τη λογική? ´
´ Μα είναι προφανές πως διαθέτετε μια σπάνια προσωπικότητα με δαιδαλώδη ανικανοποίητα αιτήματα, που οι άλλοι παρερμηνεύουν´, της απάντησα.
Παρατήρησα βαριεστημένα την απόλυτη αποδοχή της κοινοτυπίας, που άκουσε.
Και ξανάπεσα για πολλοστή φορά στο βαθύ χάσμα που χωρίζει τη σκέψη των γυναικών από εκείνη των ανδρών. Άλλο ένα όνειρο είχε απομυθοποιηθεί.
Σχόλια