Απάταν Θεού
Δεν κατευνάζουν οι αιώνες τον αρχέγονο φόβο και οι πανάρχαιες πέτρες της Επιδαύρου τάφοι για τις γενιές που τις ακούμπησαν.
Κι αν η Τέχνη με απαλές αισθήσεις εξωραΐζει το θάνατο, η ίδια απορία στοιχειώνει το θέατρο:
Δολόμητιν δ᾽ ἀπάταν θεοῦ [μεσῳδ.]
τίς ἀνὴρ θνατὸς ἀλύξει;
Τις ὁ κραιπνῷ ποδὶ πηδήματος εὐπετέος ἀνάσσων;
φιλόφρων γὰρ ‹ποτι›σαίνουσα τὸ πρῶτον παράγει
βροτὸν εἰς ἄρκυας Ἄτα, τόθεν οὐκ ἔστιν ὑπὲρ θνατὸν ἀλύξαντα φυγεῖν.
Από τη δολερή όμως απάτη του Θεού ποιος θνητός θε να ξεφύγει; Ποιος που με πόδι γοργό εύκολο θα κάνει τέτοιο πήδημα ποτέ του;
Γιατί πρόσχαρη στην αρχή, με χάδια, στα δίχτυα της παρασέρνει τον άνθρωπο η Άτη, απ´ όπου θνητός να ξεμπλέξει και να φύγει δεν μπορεί
Αισχύλου Πέρσαι
Σχόλια