Άτομα τρίτης ηλικίας και Διαδίκτυο
Άτομα τρίτης ηλικίας και Διαδίκτυο
Ευστράτιος Παπάνης, Επίκουρος Καθηγητής Κοινωνιολογίας Πανεπιστημίου Αιγαίου
Στις Η.Π.Α. η διείσδυση του Διαδικτύου ξεπερνά πλέον το 80 % του πληθυσμού, συμπεριλαμβανομένων και των ατόμων της τρίτης ηλικίας. Φυσικά ο ρυθμός εξάπλωσης, είναι μεγαλύτερος στη νέα γενιά, αλλά ήδη το 40% των χρηστών, το 2006 ήταν άτομα άνω των 65 ετών (Madden, 2006). Δεδομένου ότι το παράδειγμα αυτό ήδη ακολουθείται στην Ευρώπη, με την Ελλάδα να παρουσιάζει και αυτή αυξητικές τάσεις, είναι καιρός να αναλογιστούν οι ερευνητές και οι ασχολούμενοι με την (ψυχική) υγεία, κατά πόσο θα μπορούσαν νέες τεχνολογίες να αξιοποιηθούν για την έρευνα των ατόμων τρίτης ηλικίας, παρά τα στερεότυπα και τις προκαταλήψεις.
Η διαδικτυακή έρευνα, όμως, εγείρει ορισμένες προϋποθέσεις, όπως η δειγματοληψία, η κατανομή των συμμετεχόντων σε πειραματικές ομάδες, η προστασία των προσωπικών δεδομένων, η εξάσκηση των συμμετεχόντων σε νέα λογισμικά κλπ. Στην αγγλόφωνη βιβλιογραφία, ήδη περιγράφονται παρεμβάσεις σε άτομα άνω των 65 μέσω Διαδικτύου, που είχαν ως σκοπό την αλλαγή στάσεων, την ποιότητα ζωής, τον υγιεινό τρόπο διαβίωσης, την αντιμετώπιση της κατάθλιψης κλπ (Lorig, Ritter, Laurent και Plant, 2006, Patten et al, 2007). Για το λόγο αυτό χρησιμοποιήθηκαν πολλές μέθοδοι προσέγγισης, όπως email, στατικές ή δυναμικές ιστοσελίδες, online ερωτηματολόγια, φόρα συζητήσεων, βίντεο και e-learning. Οι έρευνες των Hageman, Walker και Pullen, 2005 εστίασαν σε άτομα μέχρι τα 69 ετών, αλλά γενικότερα η ηλικιακή αυτή ομάδα παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον επειδή βρίσκεται, συχνότερα αντιμέτωπη με χρόνιες καταστάσεις και προβλήματα υγείας.
Το Διαδίκτυο παρέχει μία πρώτης τάξεως ευκαιρία να προσεγγιστούν άτομα με σπάνιες αρρώστιες ή όσοι, εξαιτίας διάφορων καταστάσεων, δεν επιθυμούν ή δεν μπορούν να βγουν από το σπίτι τους. Οι επιφυλάξεις που προαναφέρθηκαν, όμως, σε προηγούμενα κεφάλαια, σχετικά με την αντιπροσωπευτικότητα της δειγματοληψίας, γίνεται εντονότερη, όταν αναφερόμαστε σε άτομα τρίτης ηλικίας, επειδή η ενασχόληση με το Διαδίκτυο, αφορά κυρίως τα πιο μορφωμένα, δραστήρια και οικονομικά εύρωστα μέλη της ομάδας αυτής. Για το λόγο αυτό είναι σκόπιμο οι ερευνητές να χρησιμοποιούν μια ποικιλία μεθόδων, για να στρατολογούν συμμετέχοντες και να συνδυάζουν τις διαδικτυακές με τις τηλεφωνικές προσκλήσεις ή ακόμα και το κανονικό ταχυδρομείο. Κάποιοι δημοσιεύουν όμοιες προσκλήσεις συμμετοχής στην έρευνα σε ηλεκτρονικές αλλά και έντυπες εφημερίδες, αποστέλλουν ενημερωτικά δελτία, αναρτούν αγγελίες σε δημοφιλή και εξειδικευμένα για την ομάδα στόχο site, αν και αυτό μπορεί να οδηγήσει στην επιλογή δείγματος , που προέρχεται από διαφορετικούς πληθυσμούς. Ο ερευνητής πρέπει οπωσδήποτε να κρατά ενημερωμένες σημειώσεις για τον κάθε ενδιαφερόμενο και να έρχεται σε προσωπική επαφή (ηλεκτρονικά) μαζί του. Αυτό εξαλείφει επίσης το ολοένα και πιο έντονο συναίσθημα δυσπιστίας , που μεγαλώνει όσο αυξάνονται οι διαδικτυακές απατές. Οι χρήστες πολύ περισσότερο σε σύγκριση με τα πρώτα βήματα του διαδικτύου, είναι απρόθυμοι να αποκαλύψουν τα πραγματικά τους στοιχεία και το email τους, ενώ τα μέσα προστασίας γίνονται αυστηρότερα. Οι άνθρωποι σταδιακά συνειδητοποιούν ότι η διαδικτυακή εμπλοκή μπορεί να έχει συνέπειες στην καθημερινότητα τους και προβαίνουν στις ανάλογες ενέργειες για να διασφαλίσουν το απόρρητο της επικοινωνίας τους. Οι ερευνητές πρέπει να διατρανώνουν την αξιοπιστία των προθέσεων τους και να αποδεικνύουν ότι η έρευνα διεξάγεται από κάποιον επίσημο φορέα. Είναι θεμιτό στην ιστοσελίδα της έρευνας, οι προσκλήσεις συμμετοχής να αναρτώνται σε εύκολα αναγνωρίσιμους και έγκυρους ιστότοπους, οι οποίοι κατά το παρελθόν έχουν αποδείξει ότι σέβονται την επικοινωνία με τους επισκέπτες τους και δεν είναι απρόσωποι. Πρέπει να δίνεται πάντοτε ένας τηλεφωνικός αριθμός, προπληρωμένου τέλους, ώστε όσοι πληροφορούνται για την έρευνα μέσω ιστοσελίδας να μπορούν να επικοινωνήσουν, τόσο για να διερευνήσουν περισσότερο τους σκοπούς και την διαδικασία, όσο και για να διαπιστώσουν την ταυτότητα του ερευνητή.
Συνήθως μεσολαβεί ένα χρονικό διάστημα από την εγγραφή του ενδιαφερόμενου μέχρι την έναρξη της διαδικτυακής έρευνας, το οποίο αξιοποιείται για την διασταύρωση των στοιχείων και την ολοκλήρωση της προσωπικής επικοινωνίας. Οι Richards, Kattelmann και Ren (2006) διαπίστωσαν ότι στα άτομα τρίτης ηλικίας είναι πολύ δημοφιλή τα δελτία ηλεκτρονικών ειδήσεων (news letters) που αφορούν θέματα υγεία και οι τροφοδοσίες ειδήσεων (rss), που προέρχονται από εξειδικευμένους ιστοτόπους. Η ανακοίνωση της έρευνας μπορεί να γίνει μέσω αυτών και οι ανάλογοι υπερσυνδέσμοι να οδηγήσουν στην επίσημη ιστοσελίδα της.
Οι ιδιαιτερότητες του διαδικτυακού πληθυσμού επιβάλουν ορισμένους όρους δεοντολογίας και κυρίως την εξασφάλιση γραπτής συναίνεσης από τους συμμετέχοντες στην έρευνα. Είναι δικαίωμα τους σε κάθε περίπτωση να πληροφορούνται για τους σκοπούς της έρευνας, τα καθήκοντα και τα δικαιώματα, καθώς και τα αποτελέσματά της. Ο Αhern (2007) προτείνει την τοποθέτηση φόρμας στην ιστοσελίδα της έρευνας, αλλά και ενός περιληπτικού ερωτηματολογίου, που θα επικυρώνει κατά πόσον οι συμμετέχοντες κατανόησαν τη διαδικασία της έρευνας. Επιπλέον επιβάλλεται η χρήση ασφαλών διόδων επικοινωνίας και κρυπτογράφηση της (ssl).
Ο ερευνητής που ασχολείται με άτομα τρίτης ηλικίας πρέπει να λαμβάνει υπόψη ότι οι ιστοσελίδες της έρευνας πρέπει να πληρούν όλες τις προϋποθέσεις, για να είναι φιλικές με προς το χρήστη, ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες τους (μεγάλες γραμματοσειρές, περιεκτικά κείμενα, εύκολη πλοήγηση, φωνητικές εντολές, ζωντανός ήχος και γραφικά). Επίσης καλό είναι να έχει προβλεφθεί μια ομάδα τεχνικής υποστήριξης, εφόσον έχει παρατηρηθεί ότι οι ηλικιωμένοι, που ασχολούνται με το διαδίκτυο, αρέσκονται στο να ακολουθούν πεπατημένες διαδικασίες και αναστατώνονται με την παρουσίαση περίπλοκων και κοινών οδηγιών. Εφόσον η έρευνα απαιτεί τις νέες αυτές δεξιότητες είναι σωστό να προηγούνται δοκιμαστικές συνεδρίες και όλα τα τεχνικά ζητήματα να επιλύονται πριν από την επίσημη έναρξη.
Ο χρόνος αποκτά διαφορετική σημασία στους ηλικιωμένους, πολλοί από τους οποίους τηρούν συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα. Ο ερευνητής οφείλει να σεβαστεί το χρόνος τους, να προαναγγέλλει και να τηρεί την ώρα έναρξης, αλλά κυρίως την διάρκεια της έρευνας. Αν αυτή απαιτεί πολύ χρόνο είναι καλύτερο να κατατμηθεί σε μικρά και εύπεπτα στάδια εφαρμογής. Καθ όλη την διάρκεια της, η επαφή μέσω email και η γνωστοποίηση της πορείας της βοηθά στην ανατροφοδότηση και αποσοβεί την επιθυμία παραίτησης λόγω έλλειψης ενδιαφέροντος, κούρασης ή μη κατανόησης των οδηγιών.
Τέλος, ο ερευνητής πρέπει πάντοτε να λαμβάνει υπόψη τους περιορισμούς της μνήμης και της προσοχής των συμμετεχόντων, τα απρόβλεπτα γεγονότα (π.χ αιφνίδια νοσηλεία) και την εμμονή σε αναχρονιστικές καταστάσεις (π.χ μόντεμ και άρνηση ευρυζωνικής σύνδεσής). Η ύπαρξη διαμεσολαβητή – διευκολυντή της έρευνας, ο οποίος θα κινητοποιεί τους ηλικιωμένους είναι σημαντική. Πολλές φορές ο κοινωνικός περίγυρος έχει περιθωριοποιήσει τα άτομα αυτά και η συμμετοχή τους στην έρευνα μπορεί να αποβεί μια πολύ δημιουργική εμπειρία
Σχόλια