Περί Κρίσεως Δοκίμια
Οικονομική κρίση και αξίες
Ευστράτιος Παπάνης, Επίκουρος Καθηγητής Κοινωνιολογίας Πανεπιστημίου Αιγαίου
Είναι συνήθως δυσχερής η ερμηνεία ενός κοινωνικού φαινομένου, ενόσω αυτό εξελίσσεται. Οι κοινωνικές μεταβολές που ενσκήπτουν απρόσμενα για τους αδαείς (αλλά που προβλέπονται απ' όσους γνωρίζουν να ερμηνεύουν τους οιωνούς), εκτοπίζουν τις καθημερινές κανονικότητες, αναιρώντας την κοινωνική αδράνεια και επιβάλλοντας νέα κριτήρια. Τρόποι συμπεριφοράς που πριν ήταν αποδεκτοί, αποδεικνύονται ανεπαρκείς, νόρμες και συμβάσεις καθίστανται δυσλειτουργικές. Όσοι πολίτες καταφέρνουν να ξεπεράσουν το σοκ, επιχειρούν να επινοήσουν μεθόδους υπέρβασης της κρίσης. Στην αρχική φάση της η έκπληξη είναι το κυρίαρχο συναίσθημα. Η κρατική υπόσταση, παρά τις πλημμελείς δομές της, κατά κάποιο τρόπο εγγυάτο την ισορροπία, ενώ τώρα κλυδωνίζεται και μαζί με αυτήν καταρρέει η αυτοεικόνα του ατόμου και ο ρόλος του μέσα στο πλαίσιο που καρκινοβατεί. Το αποσπασματικό και το σπασμωδικό χαρακτηρίζουν τις πρώτες αντιδράσεις. Όσο πιο ανέτοιμη είναι μια κοινωνία να αντιμετωπίσει τη λαίλαπα, τόσο περισσότερο σε αυτό το στάδιο θα εθελοτυφλεί συνεχίζοντας να δρα αυτιστικά ή θα προσφεύγει σε τρόπους που δηλώνουν πανικό.
Σε καταστάσεις κοινωνικής νηνεμίας τα ήθη διατηρούν τη συνοχή, τα στερεότυπα διαιωνίζουν ορθές ή λανθασμένες ερμηνείες και οι πολιτικές παραδοχές συντελούν στη διατήρηση της τάξης. Πριν από την οικονομική κρίση προηγήθηκε μία κρίση αξιών: Η κανονικότητα του καπιταλισμού, η οποία ελέγχει και προσδιορίζει τα μέσα παραγωγής, το χρόνο των εργαζομένων, αλλά και τον τρόπο διαβίωσης, έχτισε μία καταναλωτική φενάκη πάνω στην οποία η αστική τάξη (ή όσοι φαντασιώνουν πως ανήκουν σε αυτή) εδραίωσε τις ελπίδες της. Φυσικά τα κέρδη διέφυγαν προς τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα, ενώ διέλαθε της προσοχής η μετατόπιση προς ανοίκειες κανονικότητες δανεισμένες από κοινωνίες που ευημερούν. Οι κοινωνικές επιθυμίες ρυθμίζονται από τη συλλογική τάξη, η οποία ορίζει τους σκοπούς προς τους οποίους οι άνθρωποι οφείλουν να προσαρμόσουν την συμπεριφορά τους. Όταν η συλλογική τάξη διασπάται εμφανίζονται «επηρμένες φιλοδοξίες», οι οποίες, προκειμένου να εκπληρωθούν, καταλύουν τους παραδοσιακούς ρυθμιστικούς κανόνες. Κάτω από αυτές τις συνθήκες η ανομία παρουσιάζεται ως θεμιτό μέσο για την έξοδο από την κρίση.
Τα κυρίαρχα κοινωνικά στρώματα τεχνηέντως σχεδιάζουν τις αξίες μιας κοινωνικής πραγματικότητας, τις διδάσκουν στα σχολεία, καθορίζοντας το αναλυτικό πρόγραμμα ή ισοπεδώνοντας τις δομές του εκπαιδευτικού συστήματος και τις επιβάλλουν μέσα από την υποβάθμιση της ποιότητας των ΜΜΕ. Οι αξίες αυτές δεν βιώνονται με τον ίδιο τρόπο απ' όλους τους πολίτες: Η διαφοροποίηση αυτή εξαρτάται από την ευκαμψία του καθενός και τις αντίστοιχες δυνατότητές που νομίζει ότι θα του παρέχει το σύστημα. Είναι αποτέλεσμα μιας περίπλοκης διαδικασίας αξιολόγησης των προσωπικών του δεξιοτήτων, των διατιθέμενων μέσων και της εκτίμησης του οφέλους και του αντίστοιχου κόστους. Φυσικά, η προηγούμενη γενιά πέρασε στα σημερινά παιδιά την αίσθηση πως όλα είναι δυνατά, πως η κοινωνική άνοδος δεν χτίζεται σταδιακά, αλλά προσφέρεται ευκαιριακά, δεν βασίζεται στην προσωπική αξία, αλλά στην ικανότητα αξιοποίησης των συγκυριών. Πριν από κάθε κρίση το εφήμερο και το πρόσκαιρο αντικαθιστούν το μακροπρόθεσμο σχεδιασμό για το μέλλον. Η ατομική βιογραφία προτάσσεται ως σημαντικότερη από τη συλλογική και η ευτυχία καθορίζεται βάσει υλιστικών αποκλειστικά κανόνων.
Κάθε οικονομική κρίση όμως έχει και η ίδια την κανονικότητά της: προβλέπεται από τους προνομιούχους, πλήττει τα μεσαία στρώματα και εξουθενώνει ή περιθωριοποιεί τους αδύναμους. Οι κοινωνικά αποκλεισμένοι χάνουν παντελώς την επαφή με τον κοινωνικό ιστό, την πρόσβαση στους κοινωνικούς και εκπαιδευτικούς πόρους και οι απόγονοι τους καλούνται να ξεχρεώσουν εντόκως οικονομικά ή πολιτιστικά δάνεια, τα οποία ποτέ οι ίδιοι δεν καρπώθηκαν. Η κρίση είναι η εμπύρετη κατάσταση μιας κοινωνίας, που είτε θα οδηγήσει στην κάθαρση είτε στην πλήρη αποσάθρωση, αλλά σε κάθε περίπτωση θα προκαλέσει μεταβολή. Στο στάδιο αυτό οι αργυραμοιβοί των ιδανικών θα παρουσιαστούν ως σωτήρες. Η διέξοδος όμως βρίσκεται πάντα μέσα στο σύστημα κι όχι έξω από αυτό.
Εντούτοις, ας μη λησμονούμε τον ιαματικό χαρακτήρα της κρίσης. Ο βόρβορος μπορεί να αποτελέσει το λίπασμα, που θα θρέψει το νέο κοινωνικό φυντάνι. Η ανάγκη και η ανέχεια που ξεριζώνει τον αναίτιο ευδαιμονισμό της μεταπολεμικής Ελλάδας, πάνω στον οποίο δομήθηκε μία απερίγραπτη συλλογική έπαρση, μπορούν να κινητοποιήσουν νέες δυναμικές, να αναδείξουν το αδοκίμαστο, να εξιλεώσουν την κοινωνική αδικία και να αναπροσαρμόσουν τις προτεραιότητες. Κανονικά η μετά κρίσεως εποχή είναι καθαγιασμένη από την προσπάθεια των αθώων να την υπερβούν. Η εμπειρία όμως διαρκεί μόνο μία γενιά. Η επόμενη θέτει τα θεμέλια για την επόμενη κρίση, που συνήθως είναι πιο άτεγκτη και διαθέτει αντισώματα στις προηγούμενες λύσεις.
Κρίση και ηθικός σχετικισμός
Σε πλείστες έρευνες καταγράφεται η τάση των πολιτών και ειδικά των νέων να αποδίδουν τα αίτια της οικονομικής και αξιακής χρεοκοπίας στη διαφθορά των πολιτικών, στην αλόγιστη καταναλωτική μανία, στην ολιγωρία των δημόσιων λειτουργών και στην απαξίωση των νόμων και των θεσμών. Στην πραγματικότητα υπάρχουν πολλά ερμηνευτικά μοντέλα, που επιχειρούν να διελευκάνουν την κατάσταση της οικονομίας και της κοινωνικής μεταβολής επί τα χείρω. Λίγα όμως από αυτά λαμβάνουν υπόψη τους ψυχολογικούς παράγοντες, που καθορίζουν και διαμορφώνουν το ηθικό απόθεμα των πολιτών και πολιτικών και ακόμα λιγότερα αναφέρονται στο φιλοσοφικό σχετικισμό της ηθικής, ο οποίος σε μεγάλο βαθμό παρείχε το θεωρητικό οπλοστάσιο για την αποσάθρωση της κοινωνικής συνοχής και την εξάλειψη της αλληλεγγύης.
Οι περισσότεροι άνθρωποι, βασιζόμενοι στη γνωστική διαδικασία της κατηγοριοποίησης έχουν την τάση να εντάσσουν ομοειδείς, παρεμφερείς ή φαινομενικά ομοιάζουσες καταστάσεις στο ίδιο νοητικό σχήμα, με αποτέλεσμα να οδηγούνται σε αυθαίρετες και εμπειρικά αδικαιολόγητες γενικεύσεις: 'Όλοι οι πολιτικοί είναι διεφθαρμένοι', 'Ο ατομισμός λυμαίνεται το δημόσιο βίο', Οι δημόσιοι υπάλληλοι είναι αφερέγγυοι και φυγόπονοι'. Η κατηγοριοποίηση βοηθά τον απλό νου να ερμηνεύσει την πληθώρα των ερεθισμάτων, από τα οποία καθημερινά βομβαρδίζεται, να ταξινομεί τα δεδομένα, να συγκρίνει και να αιτιολογεί την ατομική συμπεριφορά και να πλάθει φιλοσοφίες και ιστορίες ζωής, βάσει των οποίων πορεύεται. Όσο πιο άπειρη είναι η σκέψη, όσο πιο ανέτοιμη κι απροετοίμαστη η λογική, όσο το μυαλό εκτίθεται κυρίως σε επαναλαμβανόμενες καθημερινές ρουτίνες και το πρωτόγνωρο, το αδοκίμαστο, το καινοφανές και το καινοτόμο φαντάζουν περισσότερο ως απειλή, παρά ως πρόκληση, τόσο πιο επιρρεπείς γίνονται σε λανθασμένες ή υπεραπλουστευτικές αιτιακές αποδόσεις και ολιστικά αξιωματικά αποφθέγματα.
Υπάρχουν λίγες μόνο ατραποί διαφυγής από το τελματώδες αυτό αδιέξοδο: η έκθεση σε ποικίλες εμπειρίες, η φαντασία, η μη συμβατική παιδεία και η ασυμβίβαστη, -σχεδόν σε επίπεδα εμμονής- καλλιέργεια της προσωπικότητας. Όχι όμως χωρίς επώδυνο τίμημα- τη διακύβευση της ευτυχίας, τη διατάραξη της ισορροπίας, τη σύγκρουση και την ανατροπή κάθε εφησυχασμού. Η άγνοια θεμελιώνει μια επίφαση ευδαιμονίας, αγκιστρώνεται από δίπολα του τύπου 'όλα είναι άσπρα ή μαύρα', αντιστρατεύεται την παράτολμη ηθική, αγνοεί τις αποχρώσεις των φαινομένων και δεν ανέχεται τις εναλλακτικές. Ο μέτρια πληροφορημένος ή ο παραπληροφορημένος είναι ο πιο επικίνδυνος πολίτης. Ο μη εξονυχιστικός αναζητητής, φορέας αντινομιών. Και ο παραδομένος στην τυραννία της αδιαφορίας, ο μελλοντικός αμφισβητίας και παραχαράκτης των δημοκρατικών αξιών.
Η οκνηρία του νου, κυρίαρχη επιδίωξη όλων των κατασκευαστών εκπαιδευτικών συστημάτων και το όνειρο κάθε κράτους ή ιδεολογίας, που επιζητεί τη μακροημέρευσή της, η αποσιώπηση συμβάντων, προτεραιοτήτων και δεδομένων, ο προσεταιρισμός του νεοπλουτισμού, που εισήλασε βρυχώμενος σε κάθε πτυχή του βίου, ουσιαστικά ακινητοποίησαν τα αντανακλαστικά των πολιτών και διακόρευσαν τα οράματά του, ανταλλάσσοντας τα με τη χλιδή του εφήμερου και του παροδικού.
Πώς όλα αυτά σχετίζονται με την εσωτερίκευση της κρίσης από τους πολίτες. Πώς η πνευματική άπνοια και ο ηθικός μαρασμός στρατολόγησαν τόσους ανενδοίαστους θιασώτες της παρακμής, που μηρυκάζουν άκριτα αναμασημένες τροφές. Γιατί η υποτιθέμενη πνευματική ηγεσία υπνώττει τον ανεξέγερτο ύπνο της εσωστρέφειας.
Χρόνια τώρα οι κοινωνικές επιστήμες στη χώρα μας έχουν ατροφήσει, επειδή δεν τόλμησαν να αντιτείνουν μια ρεαλιστική και κυρίως ανθρώπινη θεωρία για την κοινωνική μεταβολή. Μερικές από αυτές, αποξενωμένες μεταξύ τους, ανίδεες για τα κελεύσματα της διεπιστημονικότητας, παραδόθηκαν σε έναν άχρωμο, ουδέτερο και απαθή περιγραφικό σχετικισμό, επαναλαμβάνοντας με αυτιστικό καταναγκασμό έρευνες, που απλά απεικόνιζαν στιγμιότυπα της πραγματικότητας, χωρίς την αναγκαία ανασύνθεση των ευρημάτων και την αναγωγή σε προτρεπτικό, διαλεκτικό λόγο. Δεκαετίες τα αποτελέσματα παρείχαν ενδείξεις για το τι συμβαίνει, αλλά ελλείψει αδιάσειστων αποδείξεων, κανείς δεν τόλμησε να ψελλίσει το τι μέλει γενέσθαι. Καθηλωμένες σε στερεότυπα του παρελθόντος και πρακτικές απαρχαιωμένες δεν κατάφεραν να ακολουθήσουν την εξέλιξη, αλλά συνέχισαν να εγείρουν οντολογικά ερωτήματα, για τα οποία δεν ήταν υπεύθυνες. Άλλες πάλι στρατευμένες σε ιδεολογίες από καιρό πεθαμένες, αναμένουν τη νεκρανάσταση της αλήθειας τους, αγνοώντας τις ανάγκες του σύγχρονου ανθρώπου. Κι ενώ ευαγγελίζονται λύσεις καθολικές και ρηξικέλευθες, συνεχίζουν να όζουν μέσα στην αποφορά της ανικανότητας τους, καταντώντας επιστήμη έξω από την κοινωνία και μονήρεις όγκοι μιας κοινωνικής καρκινογένεσης και ανατροφοδοτούμενης παθογένειας. Η επιστήμη διαχωρίστηκε από την αρετή και, σύμφωνα προς τον Πλατωνικό ορισμό, ταυτίστηκε με την ιδιοτέλεια και την πανουργία.
Το παράδειγμα των επιστημόνων ακολούθησαν πρόθυμα οι παραγωγοί και οι διακομιστές των πληροφοριών, αλλά κυρίως η εκπαίδευση, το κράτος και οι πολίτες. Η ηθική ελευθεριότητα, που εκφράζεται από το μετα-ηθικό σχετικισμό, πρεσβεύει την ανυπαρξία γενικών ηθικών κωδίκων, αμφισβητεί την οικουμενικότητα των αξιών και προτάσσει το 'προοδευτικό' δικαίωμα του ατόμου, αλλά και ολόκληρων κοινωνιών να διαμορφώνουν τη δική τους δεοντολογία. Η αλήθεια είναι διαφορετική, ανάλογα με την προοπτική, υπό την οποία θεωρείται. Οι έννοιες σεβασμός της ανθρώπινης ζωής, ελευθερία, δημοκρατία δεν είναι αναγκαστικά καλές ή κακές, αλλά καθαγιάζονται ως τέτοιες, εάν εξυπηρετούν τις ανάγκες, όσων τις διατυπώνουν κάθε φορά. Το χειρότερο είναι πως η ηθική πλέον είναι παραμετροποιήσιμη. Το άτομο είναι θεμιτό να κρατήσει από τους κανόνες τα στοιχεία εκείνα που το εξυπηρετούν, να ενστερνιστεί προκατασκευασμένες κοσμοθεωρίες για μικρό διάστημα, να τις επαναδιατυπώσει ανάλογα με τις συνθήκες και τους στόχους του, να καταστεί πρόσκαιρος κοινωνός θεωριών, που απλά δικαιολογούν τις πράξεις του. Ουσιαστικά τόσο οι κοινωνίες, όσο και τα άτομα ιεραρχούν τις ανάγκες τους και, επιδιώκοντας την άμεση ικανοποίησή τους, χωρίς να υποπίπτουν σε γνωστικές ασυμφωνίες, τις επικαλύπτουν με ηθικούς μανδύες, που αλλάζουν συχνότερα και από τις επιταγές της εκάστοτε μόδας.
Οι θεσμοί στη χώρα μας καχύποπτοι, διστακτικοί, άκαμπτοι διαποτίζονται και οι ίδιοι από αυτή τη λογική. Προκύπτουν ως εξαμβλωματικές αντιγραφές ξένων προτύπων και είτε αναφύονται αδέσποτοι, απομακρυσμένοι από τις ιδιαιτερότητες των Ελλήνων είτε ασπάζονται το νεωτεριστικό, χωρίς να στηρίζονται σε μια κεντρική ανθρωπιστική ιδέα. Παγιδεύουν την ελεύθερη σκέψη σε διαδικασίες, περιορισμούς, μαιάνδρους παραλλαγών και επικαλυπτόμενων ευθυνών και, ενώ σφραγίζουν με επιμέλεια τις κερκόπορτες, αφήνουν προκλητικά ανοιχτή την κεντρική πύλη των τειχών βορρά στον εσωτερικό εχθρό, στον κατακτητή και στους παραχαράκτες της αξιοπρέπειας του λαού μας. Δεν είναι τα πρόσωπα που αναλαμβάνουν τις τύχες του τόπου διεφθαρμένα, ούτε ανόητα, ούτε χωρίς επίγνωση των ευθυνών τους. Είναι η περιρρέουσα ρευστή κουλτούρα, ο σχετικισμός της ηθικής, η φιλοσοφία του αθεμελίωτου και του τυχάρπαστου, που προκαλούν την ηθική αφαίμαξη και ομογενοποίηση, όσων εμπλέκονται με τα κοινά.
Η νέα γενιά είναι η μοναδική ελπίδα για αλλαγή. Διαποτισμένη από τις απαξίες μας και πειραματόζωο στα εκπαιδευτικά δρώμενα έχει ένα χαρακτηριστικό, που την διακρίνει από τις προηγούμενες: δεν ανέχεται την υποκρισία, έχει κορεστεί από τα υλιστικά πρότυπα των γονιών και επιζητεί το αυτονόητο-την εδραίωση μιας κοσμοθεωρίας, που δεν εγκλωβίζει, αλλά φέρει τον οικουμενισμό, τη διαχρονικότητα και το κύρος του ανθρωπισμού.
ΔΙΑΖΥΓΙΟ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ
Αν και τα περισσότερα ζευγάρια θεωρούν ότι η κρίση που περνά ό γάμος τους οφείλεται σε μοναδικές για αυτά ιδιοσυγκρασιακές αιτίες, εδώ και καιρό η ψυχολογία έχει δείξει ότι οι λόγοι διαζυγίου μπορούν να ομαδοποιηθούν σε ορισμένους βασικούς παράγοντες έλλειψης επικοινωνίας. Μερικοί πιστεύουν ότι οι άνθρωποι χωρίζουν για τους ίδιους λόγους, για τους οποίους οδηγήθηκαν στη συντροφικότητα: το καλό χιούμορ που διακρίνει η υποψήφια σύζυγος στο μελλοντικό άντρα της, μετατρέπεται σε σαρκασμό και ειρωνεία αργότερα. Ο ‘χαλαρός και άνετος’ χαρακτήρας προ του γάμου, ξαφνικά μεταμορφώνεται σε επιπολαιότητα αργότερα, ενώ μία δυναμική γυναίκα εύκολα μπορεί να χαρακτηριστεί ανάλγητη και ανέτοιμη για να κρατήσει το σπίτι της.
Πώς γίνεται αυτή η μετάλλαξη; Οι ειδικοί συμφωνούν ότι πρόκειται για λάθος στην επικοινωνία, στη μεταβίβαση του μηνύματος, στις προσδοκίες και στην προβολή των δικών μας ελλείψεων στον άλλο. Εξάλλου, ο πόθος είναι έλλειψη και η εκπλήρωση του αναστέλλει τον ίμερο. Οι ερευνητές πιστεύουν πως αναλύοντας τη δυναμική της επικοινωνίας ενός ζευγαριού, μπορούν να διακρίνουν τα παθογόνα στοιχεία και να προβλέψουν, εάν οι δύο σύνευνοι πρόκειται σύντομα να επισκεφτούν το δικηγόρο τους. Εάν σε κάθε καυγά οι σύντροφοι ανακαλούν και επικαλούνται παλιές, πικρές αναμνήσεις, όταν αντί να εκφράζουν τα συναισθήματα τους προτιμούν να αλληλοκατηγορούνται, εάν ξεκινούν κάθε συζήτηση έντονα και με επικριτικό ύφος, τότε η σχέση τους αρχίζει να περνά το σημείο χωρίς γυρισμό. Αν επιτεθείς λεκτικά σε κάποιον θα αντιδράσει αμυντικά και όλοι γνωρίζουν πως η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση. Φαίνεται ότι τα προβλήματα εκδηλώνονται μόλις η σχέση γίνει διεκπεραιωτική, όταν δηλαδή το μεγαλύτερο ποσοστό των συζητήσεων αφορούν ζητήματα της καθημερινότητας, πολλές φορές δυσεπίλυτα, όπως τα οικονομικά, οι σχέσεις με τους συγγενείς και οι διαφορές στις απόψεις για την ανατροφή των παιδιών. Η απιστία που συνήθως προβάλλεται ως η κυριότερη αιτία διαζυγίου, συνήθως είναι το αποτέλεσμα όλων των παραπάνω. Οι σύμβουλοι γάμου, συχνά παροτρύνουν τα ζευγάρια να αλλάξουν τον τρόπο έκφρασής τους, πχ, αντί να χαρακτηρίσεις τον άλλο εγωιστή είναι καλύτερο να πεις ότι η τάδε συμπεριφορά με πλήγωσε ή με έφερε σε αμηχανία. Ο χρυσός κανόνας λέει ότι κρίνουμε συμπεριφορές και όχι τους ανθρώπους. Ο σύντροφος μας είναι 'γίγνεσθαι' και όχι είναι, που σημαίνει ότι δεν είναι στατικός, αλλά μια προσωπικότητα που εξελίσσεται, που δεν δρα για παράδειγμα εγωιστικά σε κάθε περίσταση, αλλά όταν εμφανίζονται ορισμένοι εκλυτικοί παράγοντες.
Ο γάμος παλαιότερα διατηρούσε την κοινωνική συνοχή, ήλεγχε τη μεταβίβαση της κληρονομιάς στους απογόνους και διασφάλιζε ότι η ασθενέστερη γυναίκα δεν θα εγκαταλείπετο στην τύχη της. Η κοινωνία έκτοτε έχει αλλάξει δραματικά και η μονογονεϊκότητα πλέον δεν είναι καταστροφική. Φυσικά, κάθε διαζύγιο, για τα παιδιά είναι πένθος, όχι όμως κοινωνικό στίγμα. Και ο αποχωρισμός προτιμότερος από μια τοξική σχέση.
Η οικονομική κρίση παραδόξως, επηρέασε τη φρενήρη αύξηση των επίσημων διαζυγίων στη χώρα μας: τα ζευγάρια δεν διαθέτουν αρκετά χρήματα για να επωμιστούν τα έξοδα των δικηγόρων. Αποκύημα αυτού είναι οι παρατεταμένες περίοδοι σε οιονεί διάσταση: σύντροφοι που ζουν μαζί και χωριστά, που αποτελούν και δεν αποτελούν οικογένεια. Επειδή όμως αυτό επιτείνει την κατάσταση ρευστότητας και η δραστική-τελική λύση του χωρισμού δεν επέρχεται, ενώ καμία προσπάθεια άρσης του αδιεξόδου δεν καταβάλλεται, οι συνέπειες του συγκρουσιακού κλίματος βαραίνουν περισσότερο τα παιδιά.
Οι γονείς πρέπει να γνωρίζουν ότι τα αποτελέσματα των διαπληκτισμών τους δρουν πολλαπλασιαστικά στην ψυχοσύνθεση των τέκνων τους και κάθε λέξη ή φράση μπορεί να μείνει ανεξίτηλη στη μνήμη τους. Μερικές φορές για να επιτευχθεί η υπέρβαση των κλυδωνισμών πρέπει όλο το σύστημα της οικογένειας να δράσει θετικά, δηλαδή συγγενείς, φίλοι και πρόσωπα βαρύνουσας σημασίας να αποτρέψουν τους συντρόφους από την τελεσίδικη πράξη. Παράλληλα, κάποιος ειδικός πρέπει να εκπαιδεύσει το ζευγάρι στην ορθή επικοινωνία, στην επίλυση προβλημάτων και στην οριοθέτηση ρεαλιστικών στόχων. Η παρατεταμένη ρευστότητα, η αναπαραγωγή των ίδιων μοτίβων και σχημάτων σύγκρουσης, οι ατελέσφορες προσπάθειες επανένωσης διδάσκουν τους υπό διάσταση συζύγους, ότι κάθε αναπνοή που ξοδεύεται για τη διάσωση του γάμου είναι μάταιη. Συνήθως είναι οι γυναίκες, αυτές που έχουν προαποφασίσει το διαζύγιο πολύ πριν εκδηλώσουν την επιθυμία τους για αυτό, ίσως επειδή η κοινωνία δεν τους παρέχει τα εχέγγυα και τις δεξιότητες για αρμονική αντιμετώπιση του Γολγοθά της μονογονεικότητας. Τασσόμεθα υπέρ της καταβολής κάθε δυνατής προσπάθειας για να μη διαλυθεί ένας γάμος. Όμως, η παράταση της σύγκρουσης έχει ολέθρια αποτελέσματα, ειδικά για τα παιδιά, τα οποία ενδεχομένως αργότερα να εξωτερικεύσουν το θυμό με επιθετικότητα, μαθησιακές δυσκολίες κατάθλιψη και αντικοινωνική συμπεριφορά. Το να είναι κάποιος γονιός μπορεί να διδαχθεί και για αυτό η ανάγκη για συμβουλευτική στις μέρες μας γίνεται ολοένα και πιο έντονη.
Η οικονομική κρίση εισήλασε βρυχώμενη σε κάθε πτυχή της ζωής, ακόμη και τη συντροφική, και είναι καιρός να βρούμε την εναλλακτική που θα την αντισταθμίσει. Φτιάξτε, λοιπόν τους ‘νοητικούς χάρτες αγάπης’, του Gottman, αποθηκεύστε στο μυαλό το μικρόκοσμο, τις ελπίδες, τις αδυναμίες και τα πάθη του συντρόφου σας, συμφιλιωθείτε με τις διαφορές σας, θαυμάστε τον για τις καθημερινές του συνήθειες, αφήστε τον να σας επηρεάσει, να συν-διαμορφώσει το χαρακτήρα σας, επικοινωνήστε, ώστε να λύσετε πρώτα όσα προβλήματα ξεπερνιούνται ανώδυνα, αποδεχθείτε πως μερικά από αυτά δεν μπορείτε μόνοι σας να τα ξεπεράσετε και συμβουλευθείτε κάποιον ειδικό, εντάξτε τον στην καθημερινότητα και στις φαντασιώσεις σας, λειάνετε το λόγο σας και εμπλουτίστε τον με τα θετικά του συνοδοιπόρου σας στη ζωή, κατασκευάστε ένα κοινό αξιακό σύστημα, κρυφούς κοινούς κώδικες, ιεροτελεστίες, αγαπημένα μέρη και καταλάβετε πως το διαζύγιο είναι η εύκολη λύση μιας ευδαιμονιστικής ηθικής.
3. Οικονομική κρίση και οικογένεια
Στην Ελλάδα η μετάβαση από την εκτεταμένη στην πυρηνική οικογένεια έχει σχεδόν ολοκληρωθεί και ο μονογονεϊκός τύπος τείνει να γίνει κοινωνικά αποδεκτός και να μην αποτελεί στίγμα, τουλάχιστον στα αστικά κέντρα. Κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες παρόλα αυτά, οδηγούν σε μια πολύσημη κατάσταση. Τώρα συνυπάρχουν και οι τρεις μορφές οικογένειας ή αναβιώνουν μορφώματα προηγούμενων ιστορικών φάσεων, μεταλλαγμένων εξαιτίας των σύγχρονων συνθηκών. Η δομή της πυρηνικής οικογένειας παραμένει ισχυρή, τα οικογενειακά δίκτυα είναι ο κύριος φορέας κοινωνικοποίησης, επαγγελματικής αποκατάστασης και πρόσβασης στις πληροφορίες Επιπλέον, η οικογένεια ως αξία εξακολουθεί να παραμένει ισχυρή παρά τους κλυδωνισμούς και την αμφισβήτηση. Στα αστικά κέντρα η αύξηση των διαζυγίων, κυρίως αυτών που λαμβάνουν χώρα πολύ νωρίς στον συζυγικό βίο, έχει οδηγήσει σε μια ανάλογη αύξηση της μονογονεϊκότητας. Στον αντίποδα αυτής της κατάστασης πολλοί νέοι, πληττόμενοι από την ανεργία και την οικονομική δυσπραγία, επιλέγουν να παραμένουν στις οικογένειες καταγωγής σχεδόν μέχρι την ηλικία των 30 ετών και αργότερα ζουν κοντά στην οικογενειακή εστία και δημιουργούν δική τους οικογένεια στον ίδιο χώρο με την οικογένεια καταγωγής. Αυτό δημιουργεί μια περίεργη μορφή εκτεταμένης οικογένειας, ο σχηματισμός της οποίας διέπεται όπως και παλαιότερα από οικονομικές συγκυρίες. Η παρατεταμένη αυτή εξάρτηση δεν είναι χωρίς συνέπειες: Οι νέοι αργούν να κατακτήσουν το απαιτούμενο επίπεδο αυτονομίας, η προσωπικότητά τους καθηλώνεται σε παιδικό στάδιο με αποτέλεσμα να αποτυγχάνουν ολοένα και περισσότερο κατά τη δημιουργία της δικής τους οικογένειας. Παράλληλα τα κοινωνικά τους δίκτυα δεν αναπτύσσονται επαρκώς και οι περισσότεροι δηλώνουν δέσμιοι ενός φαύλου κύκλου, που στον ένα πόλο της έχει την οικονομική δυσπραγία και στον άλλο την κοινωνική εξάρτηση.
Είναι γεγονός ότι αντίβαρο στην οικονομική κρίση αποτελούν τα υποστηρικτικά δίκτυα των νέων, το βάθος και το εύρος των οποίων καθορίζουν πολλές παραμέτρους κοινωνικής προσαρμογής και καλύπτουν και συναισθηματικές ανάγκες. Τα δίκτυα είναι το άθροισμα των προσωπικών επαφών, μέσω των οποίων το άτομο λαμβάνει συναισθηματική υποστήριξη, υλική ενίσχυση και συμμετοχή στις υπηρεσίες, έχει πρόσβαση στις πληροφορίες και δημιουργεί νέες κοινωνικές επαφές. Τα κοινωνικά δίκτυα συνήθως αποτελούνται από τα μέλη της οικογένειας, τους φίλους και τους γνωστούς και περιλαμβάνουν τρεις κρίσιμες έννοιες: α) το μέγεθος ή το εύρος, το οποίο αναφέρεται στον αριθμό των ατόμων που συμμετέχουν στο δίκτυο, β) τη σύνθεση, που αφορά το ποσοστό συμμετοχής στο δίκτυο μελών της ευρύτερης οικογένειας ή φίλων και γ) τη συχνότητα, που δηλώνει το πόσο συχνά τα μέλη ενός κοινωνικού δικτύου αλληλεπιδρούν. Η παρατεταμένη παραμονή κοντά στην οικογένεια καταγωγής δημιουργεί ακόμα ένα πρόβλημα: Δεν επιτρέπει στους νέους να αναπτύξουν δίκτυα γεφύρωσης, δηλαδή διόδους επικοινωνίας με άλλες κοινωνικές τάξεις, ομάδες, μορφώματα, κουλτούρες, ώστε να πολλαπλασιάσουν τις ευκαιρίες ανέλιξης, να έχουν πρόσβαση σε πολύπλευρη πληροφόρηση, να αποκτήσουν νέες εμπειρίες και σε τελική ανάλυση να ενηλικιωθούν. Τα οικογενειακά δίκτυα δεσμών, όσο κι αν προστατεύουν από τις αντινομίες της σύγχρονης πραγματικότητας, μακροπρόθεσμα μπορούν να σχηματίσουν ένα κλοιό γύρω από τους νέους και να εμποδίσουν τη μετάβασή τους στην ωριμότητα
Οικονομική κρίση και ψυχική υγεία
H ολιστική προσπέλαση του ορισμού της ψυχικής υγείας δίνει ιδιαίτερη έμφαση στον πολυπαραγοντικό χαρακτήρα της και τη συσχετίζει με το κοινωνικό, πολιτιστικό και φυσικό περιβάλλον. Η νοσηρότητα και η ασθένεια εκλαμβάνεται περισσότερο ως μια αποτυχημένη προσπάθεια του οργανισμού να προσαρμοστεί στις συνεχείς προκλήσεις και απειλές, που προέρχονται από το περιβάλλον, χωρίς βέβαια να παραγνωρίζεται ο αιτιακός χαρακτήρας και των βιολογικών μεταβλητών. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, θεωρεί ότι η υγεία είναι η πλήρης σωματική, ψυχική και κοινωνική ευεξία του ατόμου και όχι απλά η απουσία νόσου ή αναπηρίας. Η ψυχολογική ευεξία διακυβεύεται, όταν το άτομο καλείται να εσωτερικεύσει καταστάσεις κοινωνικής ανομίας και να απεικονίσει στο προσωπικό του σχέδιο ζωής συνθήκες παρακμής : Η οικονομική κρίση σταδιακά επιδρά στις συνθήκες στέγασης, στην ποιότητα της διατροφής, στην εργασιακή αποκατάσταση, στο άγχος και σε πλήθος άλλων υγειονομικών μεταβλητών, που αποδεδειγμένα οδηγούν σε κατάθλιψη και μείωση της αυτοεκτίμησης. Όταν το άτομο νιώθει ότι δεν ελέγχει τα γεγονότα της ζωής του, αλλά είναι έρμαιο των κοινωνικών και οικονομικών αλλαγών, τότε περιέρχεται σε καταστάσεις απόγνωσης, πανικού, απελπισίας, που μπορεί να εκδηλωθούν με κατάθλιχη ή επιθετικότητα. Σε παρόμοιες καταστάσεις ανομίας έχει οδηγηθεί η ελληνική κοινωνία με την ανισοκατανομή των κερδών και την αποκοπή του εργαζόμενου από τα δημιουργικά στοιχεία της εργασίας του. Η πόλωση, που επήλθε στο αίσθημα κοινωνικής δικαιοσύνης και η διαφαινόμενη καθίζηση του προνοιακού χαρακτήρα του κράτους έκανε εντονότερη την ανάγκη για δικαιότερο επιμερισμό των αγαθών και των υπηρεσιών πρόνοιας, ενώ παράλληλα αύξησε τα κρούσματα κακής ψυχικής υγείας και νεύρωσης..
H ψυχική υγεία είναι βασικό συστατικό της ποιότητας ζωής, η οποία επλήγη άμεσα με την είσοδό μας σε χαλεπή περίοδο οικονομικής κρίσης. Οι προσδοκίες της κοινωνίας και οι κοινωνικές νόρμες σχετικά με τους ρόλους και τη συμπεριφορά των ατόμων έχουν αντίκτυπο στην υγεία τους. Η υγεία δεν μπορεί να οριστεί χωριστά από την κοινωνία, αλλά πάντα σε σχέση με την ικανότητα των ατόμων να λειτουργούν με τρόπο αποδεκτό τόσο από τους εαυτούς τους όσο και από το κοινωνικό σύνολο στο οποίο ανήκουν. Συνεπώς, η κοινωνική υγεία μπορεί να ορισθεί σε σχέση με τα συστήματα κοινωνικής στήριξης, που μπορούν να παρεμβαίνουν και να μεταβάλλουν την επίδραση του περιβάλλοντος και των αγχογόνων γεγονότων στη σωματική και ψυχική υγεία. Δυστυχώς, τα μέτρα για την εξυγείανση της ελληνικής οικονομίας δεν λαμβάνουν υπόψη ότι οι κοινωνικά ευάλωτες ομάδες πληθυσμού, όπως οι μακροχρόνια άνεργοι, οι απολυμένοι άνω των σαράντα ετών, η τρίτη ηλικία, οι ψυχικώς πάσχοντες και οι ανάπηροι, οι γυναίκες που διατηρούν μονογονεική οικογένεια, θα περιθωριοποιηθούν ακόμα περισσότερο, με βαριές συνέπειες στην ποιότητα ζωής και στην ψυχική τους υγεία. H μέτρηση της κοινωνικής υγείας εστιάζεται στο άτομο και ορίζεται σε σχέση με τις διαπροσωπικές αλληλεπιδράσεις και την κοινωνική συμμετοχικότητα. Το επίπεδο υγείας μιας κοινότητας συσχετίζεται θετικά με την αλληλεγγύη, την κοινωνική εμπιστοσύνη και την αισιοδοξία. Τα μέλη με περιορισμένες κοινωνικές επαφές, που δρουν σε κοινωνίες με μειωμένες προοπτικές, όπου το κλίμα δυστυχίας και μιζέριας καλύπτει τα πάντα έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να αποβιώσουν ενώ κοινωνίες στις οποίες οι πολίτες δραστηριοποιούνται ενεργά και μετέχουν στη μετεξέλιξή της, παρουσιάζουν μικρότερα ποσοστά θνησιμότητας και υψηλότερο μέσο όρο ζωής (Boswell-Purdy, J., 2001. OECD, 2001. Kawachi et al., 1996. Kawachi, Kennedy, Lochner, & Prothrow-Stith, 1997. Wilkinson, 1996. Kaplan, Pamuk, Lynch, & Balfour, 1996). Μάλιστα οι δείκτες συσχέτισης είναι τόσο υψηλοί, που η ύπαρξη κοινωνικού κεφαλαίου σε αλληλεπίδραση με το κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο μιας περιοχής θεωρούνται αιτιακοί παράγοντες εξάλειψης πολλών ασθενειών (Worsley, 2001). Σε τέτοιες κοινότητες, όπου η οικονομική κρίση δεν είχε αλλάξει συλλήβδην τα κοινωνικά δεδομένα και οι πολίτες μοιράζονταν ένα κοινό όραμα, διαπιστώθηκε χαμηλή θνησιμότητα από καρδιακές παθήσεις και κακοήθη νεοπλάσματα (Kawachi et al., 1997) ατυχήματα και αυτοκτονίες (Kawachi et al., 1996) μικρότερη εκδήλωση μεταδοτικών ασθενειών (Lindstrom, Hanson, & Ostergren, 2001) και χαμηλότερος δείκτης εγκληματικότητας (Sampson, Raudenbush, & Earls, 1997. Kawachi, Kennedy, Prothrow-Stith, Lochner, & Gupta, 1998. Kawachi, Kennedy, & Wilkinson, 1999). Τα παραπάνω είναι απολύτως αντίστροφα για την Ελλάδα του 21ου αιώνα, δεδομένου ότι το κράτος αρνείται να επενδύσει στον άνθρωπο, αλλά περικόπτει από τα κοινωνικά αγαθά, που θεωρούνται απαραίτητα για την πρόοδο, δηλαδή την παιδεία, την ασφάλεια και την υγεία.
Παράλληλα, ίδια σχέση υπάρχει ανάμεσα στις ψυχικές ασθένειες και την απαισιοδοξία που επικρατεί λόγω της οικονομικής κρίσης.. Ο αριθμός των αυτοκτονιών αυξάνεται σε κοινότητες που υπάρχει έλλειμμα εμπιστοσύνης, δυσπιστία, αγώνας για υπερίσχυση απαξιωτικές προσωπικές σχέσεις, ανταγωνισμός και αποπροσωποποίηση, φαινόμενα που ευνοούνται λόγω της κρίσης.. Είναι αλήθεια ότι κάθε άνθρωπος είναι η συνισταμένη των εμπειριών του, των επιδιώξεών του και της εικόνας που έχει δημιουργήσει για τη θέση του μέσα στην κοινωνία και στον κόσμο. Υπ’ αυτήν την έννοια η καλή ψυχική υγεία συσχετίζεται με τη δημιουργία προσωπικής ταυτότητας. Για να επιτευχθεί αυτή η ταύτιση, πρέπει η κοινωνική δομή να δρα αντισταθμιστικά και εξισορροπητικά. Αυτό σημαίνει ότι η ψυχική υγεία πρέπει να είναι βασικό μέλημα του κράτους και ότι οι δείκτες της οικονομίας δεν θα ανθίσουν,εάν έχουν μαραζώσει οι άνθρωποι που απαρτίζουν την κοινωνία. Ο συγκερασμός των κοινωνικών και προσωπικών συνιστωσών που είναι υπεύθυνες για τη μέγιστη δυνατή αξιοποίηση των δυνατοτήτων εξέλιξης των ανθρώπων είναι βασική προυπόθεση για την ψυχική υγεία. Συναφείς έννοιες είναι η πρόοδος, η ευημερία σε ατομικό και κοινωνικό επίπεδο. Η ψυχική υγεία συσχετίζεται με την ευτυχία ή την ικανοποίηση που αισθάνεται ένα άτομο για τη ζωή ή το περιβάλλον του, συμπεριλαμβανομένων των επιθυμιών, αναγκών και των προτιμήσεων, αλλά και όλων των υπολοίπων υλικών ή πνευματικών προτιμήσεων. Όταν υπάρχει αλληλεπίδραση της καλής ψυχικής υγείας και μιας ανθρωποκεντρικής οικονομίας, ο όρος επεκτείνεται, για να συμπεριλάβει περιβαλλοντολογικούς παράγοντες, και τις διαφορετικές εκφάνσεις του πολιτισμού.
Είναι συνήθως δυσχερής η ερμηνεία ενός κοινωνικού φαινομένου, ενόσω αυτό εξελίσσεται. Οι κοινωνικές μεταβολές που ενσκήπτουν απρόσμενα για τους αδαείς (αλλά που προβλέπονται απ' όσους γνωρίζουν να ερμηνεύουν τους οιωνούς), εκτοπίζουν τις καθημερινές κανονικότητες, αναιρώντας την κοινωνική αδράνεια και επιβάλλοντας νέα κριτήρια. Τρόποι συμπεριφοράς που πριν ήταν αποδεκτοί, αποδεικνύονται ανεπαρκείς, νόρμες και συμβάσεις καθίστανται δυσλειτουργικές. Όσοι πολίτες καταφέρνουν να ξεπεράσουν το σοκ, επιχειρούν να επινοήσουν μεθόδους υπέρβασης της κρίσης. Στην αρχική φάση της η έκπληξη είναι το κυρίαρχο συναίσθημα. Η κρατική υπόσταση, παρά τις πλημμελείς δομές της, κατά κάποιο τρόπο εγγυάτο την ισορροπία, ενώ τώρα κλυδωνίζεται και μαζί με αυτήν καταρρέει η αυτοεικόνα του ατόμου και ο ρόλος του μέσα στο πλαίσιο που καρκινοβατεί. Το αποσπασματικό και το σπασμωδικό χαρακτηρίζουν τις πρώτες αντιδράσεις. Όσο πιο ανέτοιμη είναι μια κοινωνία να αντιμετωπίσει τη λαίλαπα, τόσο περισσότερο σε αυτό το στάδιο θα εθελοτυφλεί συνεχίζοντας να δρα αυτιστικά ή θα προσφεύγει σε τρόπους που δηλώνουν πανικό.
Σε καταστάσεις κοινωνικής νηνεμίας τα ήθη διατηρούν τη συνοχή, τα στερεότυπα διαιωνίζουν ορθές ή λανθασμένες ερμηνείες και οι πολιτικές παραδοχές συντελούν στη διατήρηση της τάξης. Πριν από την οικονομική κρίση προηγήθηκε μία κρίση αξιών: Η κανονικότητα του καπιταλισμού, η οποία ελέγχει και προσδιορίζει τα μέσα παραγωγής, το χρόνο των εργαζομένων, αλλά και τον τρόπο διαβίωσης, έχτισε μία καταναλωτική φενάκη πάνω στην οποία η αστική τάξη (ή όσοι φαντασιώνουν πως ανήκουν σε αυτή) εδραίωσε τις ελπίδες της. Φυσικά τα κέρδη διέφυγαν προς τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα, ενώ διέλαθε της προσοχής η μετατόπιση προς ανοίκειες κανονικότητες δανεισμένες από κοινωνίες που ευημερούν. Οι κοινωνικές επιθυμίες ρυθμίζονται από τη συλλογική τάξη, η οποία ορίζει τους σκοπούς προς τους οποίους οι άνθρωποι οφείλουν να προσαρμόσουν την συμπεριφορά τους. Όταν η συλλογική τάξη διασπάται εμφανίζονται «επηρμένες φιλοδοξίες», οι οποίες, προκειμένου να εκπληρωθούν, καταλύουν τους παραδοσιακούς ρυθμιστικούς κανόνες. Κάτω από αυτές τις συνθήκες η ανομία παρουσιάζεται ως θεμιτό μέσο για την έξοδο από την κρίση.
Τα κυρίαρχα κοινωνικά στρώματα τεχνηέντως σχεδιάζουν τις αξίες μιας κοινωνικής πραγματικότητας, τις διδάσκουν στα σχολεία, καθορίζοντας το αναλυτικό πρόγραμμα ή ισοπεδώνοντας τις δομές του εκπαιδευτικού συστήματος και τις επιβάλλουν μέσα από την υποβάθμιση της ποιότητας των ΜΜΕ. Οι αξίες αυτές δεν βιώνονται με τον ίδιο τρόπο απ' όλους τους πολίτες: Η διαφοροποίηση αυτή εξαρτάται από την ευκαμψία του καθενός και τις αντίστοιχες δυνατότητές που νομίζει ότι θα του παρέχει το σύστημα. Είναι αποτέλεσμα μιας περίπλοκης διαδικασίας αξιολόγησης των προσωπικών του δεξιοτήτων, των διατιθέμενων μέσων και της εκτίμησης του οφέλους και του αντίστοιχου κόστους. Φυσικά, η προηγούμενη γενιά πέρασε στα σημερινά παιδιά την αίσθηση πως όλα είναι δυνατά, πως η κοινωνική άνοδος δεν χτίζεται σταδιακά, αλλά προσφέρεται ευκαιριακά, δεν βασίζεται στην προσωπική αξία, αλλά στην ικανότητα αξιοποίησης των συγκυριών. Πριν από κάθε κρίση το εφήμερο και το πρόσκαιρο αντικαθιστούν το μακροπρόθεσμο σχεδιασμό για το μέλλον. Η ατομική βιογραφία προτάσσεται ως σημαντικότερη από τη συλλογική και η ευτυχία καθορίζεται βάσει υλιστικών αποκλειστικά κανόνων.
Κάθε οικονομική κρίση όμως έχει και η ίδια την κανονικότητά της: προβλέπεται από τους προνομιούχους, πλήττει τα μεσαία στρώματα και εξουθενώνει ή περιθωριοποιεί τους αδύναμους. Οι κοινωνικά αποκλεισμένοι χάνουν παντελώς την επαφή με τον κοινωνικό ιστό, την πρόσβαση στους κοινωνικούς και εκπαιδευτικούς πόρους και οι απόγονοι τους καλούνται να ξεχρεώσουν εντόκως οικονομικά ή πολιτιστικά δάνεια, τα οποία ποτέ οι ίδιοι δεν καρπώθηκαν. Η κρίση είναι η εμπύρετη κατάσταση μιας κοινωνίας, που είτε θα οδηγήσει στην κάθαρση είτε στην πλήρη αποσάθρωση, αλλά σε κάθε περίπτωση θα προκαλέσει μεταβολή. Στο στάδιο αυτό οι αργυραμοιβοί των ιδανικών θα παρουσιαστούν ως σωτήρες. Η διέξοδος όμως βρίσκεται πάντα μέσα στο σύστημα κι όχι έξω από αυτό.
Εντούτοις, ας μη λησμονούμε τον ιαματικό χαρακτήρα της κρίσης. Ο βόρβορος μπορεί να αποτελέσει το λίπασμα, που θα θρέψει το νέο κοινωνικό φυντάνι. Η ανάγκη και η ανέχεια που ξεριζώνει τον αναίτιο ευδαιμονισμό της μεταπολεμικής Ελλάδας, πάνω στον οποίο δομήθηκε μία απερίγραπτη συλλογική έπαρση, μπορούν να κινητοποιήσουν νέες δυναμικές, να αναδείξουν το αδοκίμαστο, να εξιλεώσουν την κοινωνική αδικία και να αναπροσαρμόσουν τις προτεραιότητες. Κανονικά η μετά κρίσεως εποχή είναι καθαγιασμένη από την προσπάθεια των αθώων να την υπερβούν. Η εμπειρία όμως διαρκεί μόνο μία γενιά. Η επόμενη θέτει τα θεμέλια για την επόμενη κρίση, που συνήθως είναι πιο άτεγκτη και διαθέτει αντισώματα στις προηγούμενες λύσεις.
Ο νέος Ανθρωπισμός
Ευστράτιος Παπάνης, Επίκουρος Καθηγητής Κοινωνιολογίας Πανεπιστημίου Αιγαίου
Η μεγαλύτερη κρίση, πέρα από την οικονομική καταβαράθρωση και τον αξιακό μαρασμό, που καλείται να αντιμετωπίσει ο ελληνικός λαός, είναι η εκχώρηση των δημοκρατικών δικαιωμάτων και η αμφισβήτηση των θεσμών, υπό την τρομολαγνική απειλή του χρέους και της ανέχειας: οι κυβερνήσεις-εκλεγμένες και μη-νομοθετούν εσπευσμένα, αδιαφορώντας για το λαϊκό συμφέρον και τις αντοχές, κραδαίνοντας τον φόβο, την ενοχή και την ανασφάλεια ως μέσα χειραγώγησης και ύπνωσης των αντανακλαστικών.
Η αντιπροσωπευτική κοινοβουλευτική δημοκρατία, εξελίσεται σε μεταδημοκρατία, όπου οι πολίτες απεμπολούν το δικαίωμα της πολιτικής δράσης σε υπερεθνικά, οικονομικά κέντρα ελέγχου, εκχωρούν την ψήφο χωρίς πραγματικές ιδεολογικές επιλογές και μετατρέπονται σε ανδρείκελα, που πασχίζουν για την ατομική επιβίωση, ανίκανα να εκφράσουν συλλογική βούληση και στιβαρό, εναλλακτικό λόγο.
Τα κελεύσματα του συντάγματος, τα ανθρώπινα δικαιώματα, το κράτος πρόνοιας, η κοινωνία της γνώσης και των πολιτών, αποδείχθηκαν έννοιες βαρύγδουπες και κενές, όπως ακριβώς και τα οράματα των πολιτικών στο σύνολο της Ευρώπης, αποδεικνύοντας πως οι Ενώσεις, που ξεκινούν πρωτίστως ως οικονομικές και δευτερευόντως ως κοινωνικές, στερούνται ερεισμάτων και καταρρέουν στην πρώτη καπιταλιστική κρίση ή στα αδηφάγα κερδοσκοπικά παιχνίδια της πραγματικής εξουσίας.
Πολλοί μιλούν για τα θετικά στοιχεία, που θα αναδυθούν με αφορμή την παρούσα ιστορική συγκυρία, ενώ άλλοι ευαγγελίζονται τις αξίες, που μερικές δεκαετίες πριν διασφάλιζαν την κοινωνική συνοχή: Αλληλεγγύη, κοινωνική εμπιστοσύνη, καρτερία, επιστροφή στην πρωτογενή παραγωγή, ανταλλακτική οικονομία και αποπομπή ή αμφισβήτηση του ευδαιμονισμού και του ηδονισμού, που χρόνια κατασπάρασσαν και αλλοίωναν τα ευγενή ιδανικά του Ελληνικού Έθνους. Όμως, δις εις τον αυτόν ποταμόν ουκ αν εμβαίεις. Η ιστορία επαναλαμβάνεται μόνο ως φάρσα και τα σπέρματα της κρίσης διαφαίνονται από τα πρώτα έτη της νεοελληνικής πραγματικότητας, από την εποχή που οι προηγούμενες γενιές αναστήλωναν σε σαθρά θεμέλια τη μεταπολεμική Ελλάδα.
Η ψευδεπίγραφη, επιδοματική ευμάρεια των τελευταίων ετών απέδειξε πως ο νεοπλουτισμός, η έπαρση, η εύκολη και αήθης ανέλιξη, η κατάλυση των δημοκρατικών αξιών, οι πελατειακές σχέσεις, οι αποκαμωμένοι θεσμοί και οι ανήμποροι νόμοι, η αλαζονεία και η λατρεία του βραχυπρόθεσμου αποτελούν κι αυτά χαρακτηριστικά του λαού μας, τα οποία, αντί να παραγνωριστούν, πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο περισυλλογής και αναλυτικής μελέτης.
Η έξοδος από την κρίση και η αποφυγή επανάληψής της απαιτεί την κινητοποίηση όλων των δυνάμεων, που απέμειναν, το σχηματισμό μιας νέας ανθρωπιστικής κουλτούρας, την αποδοχή μιας καινοτόμου ιδεολογίας και την ανάδειξη ηγετών, που θα εμφορούνται από ουμανιστικά ιδεώδη:
-Το αίτημα για άμεση δημοκρατία ή τουλάχιστον για σταδιακή αποδυνάμωση του κοινοβουλευτισμού θα τονώσει την προσωπική ευθύνη και το συλλογικό σκέπτεσαι και πράττειν. Σήμερα, οι νέες τεχνολογίες εγγυώνται την επιτυχία του εγχειρήματος.
-Το περιεχόμενο της Παιδείας δεν θα καθορίζεται από αναλυτικά προγράμματα, που επιβάλλουν τα Υπουργεία, αλλά θα αποτελεί προϊόν διαβούλευσης μεταξύ ενός ανοιχτού σχολείου και μιας πρωτοπόρου κοινωνίας. Τα δε μαθήματα θα προκρίνονται με γνώμονα τη δημιουργικότητα κι όχι το στείρο πραγματισμό. Οι επιταγές της αρχαίας ελληνικής κοσμοθεωρίας είναι περισσότερο επίκαιρες από ποτέ.
-Οι πανευρωπαϊκές πολιτικές αποδείχτηκε πως απλώς συγκλίνουν προς την απόλυτη επιβολή μιας παγκόσμιας τάξης αυθαιρεσίας, υποδούλωσης και τυραννίας. Τα κέντρα των αποφάσεων, είναι επιτακτική ανάγκη να μεταφερθούν στο τοπικό και οι εθνικές αδόκιμες πολιτικές να αντικατασταθούν από περιφερειακές στρατηγικές, που θα λαμβάνουν υπόψη την ιδιαιτερότητα των αναγκών και δυνατοτήτων.
-Η Εκκλησία, ένας από τους λίγους θεσμούς, που μπορούν να αντισταθούν, το έσχατο καταφύγιο,
να αφυπνιστεί, αναλαμβάνοντας τις ευθύνες της και συμπλέοντας με το λαό κι όχι ταυτιζοντας την ιστορική της πορεία με το κράτος.
-Η κοινωνική οικονομία πρέπει να θεσμοθετηθεί σε κάθε έκφανση συναλλακτικής δραστηριότητας
-Η αλληλεγγύη να υπεισέρχεται στα πρώτα στάδια της παραγωγής και όχι να διατυμπανίζεται εκ των υστέρων.
Η παρούσα κρίση είναι κυρίως πολιτιστική, και ως τέτοια, αντιμετωπίζεται μόνο με καταιγισμό πολιτισμικών δράσεων σε κάθε έκφανση της κοινωνικής ζωής. Ανοχή στη διαφορετικότητα, ανασύσταση του παραδοσιακού, αναστοχασμός για τα αξιακά πρότυπα, ενίσχυση της κοινωνικής αυτορρύθμισης, εμπλουτισμός των δημοκρατικών διαδικασιών και εφαρμογή νέων ιδεών, μπορούν να άρουν το αδιέξοδο με το μικρότερο δυνατό τίμημα.
Ευστράτιος Παπάνης, Επίκουρος Καθηγητής Κοινωνιολογίας Πανεπιστημίου Αιγαίου
Είναι συνήθως δυσχερής η ερμηνεία ενός κοινωνικού φαινομένου, ενόσω αυτό εξελίσσεται. Οι κοινωνικές μεταβολές που ενσκήπτουν απρόσμενα για τους αδαείς (αλλά που προβλέπονται απ' όσους γνωρίζουν να ερμηνεύουν τους οιωνούς), εκτοπίζουν τις καθημερινές κανονικότητες, αναιρώντας την κοινωνική αδράνεια και επιβάλλοντας νέα κριτήρια. Τρόποι συμπεριφοράς που πριν ήταν αποδεκτοί, αποδεικνύονται ανεπαρκείς, νόρμες και συμβάσεις καθίστανται δυσλειτουργικές. Όσοι πολίτες καταφέρνουν να ξεπεράσουν το σοκ, επιχειρούν να επινοήσουν μεθόδους υπέρβασης της κρίσης. Στην αρχική φάση της η έκπληξη είναι το κυρίαρχο συναίσθημα. Η κρατική υπόσταση, παρά τις πλημμελείς δομές της, κατά κάποιο τρόπο εγγυάτο την ισορροπία, ενώ τώρα κλυδωνίζεται και μαζί με αυτήν καταρρέει η αυτοεικόνα του ατόμου και ο ρόλος του μέσα στο πλαίσιο που καρκινοβατεί. Το αποσπασματικό και το σπασμωδικό χαρακτηρίζουν τις πρώτες αντιδράσεις. Όσο πιο ανέτοιμη είναι μια κοινωνία να αντιμετωπίσει τη λαίλαπα, τόσο περισσότερο σε αυτό το στάδιο θα εθελοτυφλεί συνεχίζοντας να δρα αυτιστικά ή θα προσφεύγει σε τρόπους που δηλώνουν πανικό.
Σε καταστάσεις κοινωνικής νηνεμίας τα ήθη διατηρούν τη συνοχή, τα στερεότυπα διαιωνίζουν ορθές ή λανθασμένες ερμηνείες και οι πολιτικές παραδοχές συντελούν στη διατήρηση της τάξης. Πριν από την οικονομική κρίση προηγήθηκε μία κρίση αξιών: Η κανονικότητα του καπιταλισμού, η οποία ελέγχει και προσδιορίζει τα μέσα παραγωγής, το χρόνο των εργαζομένων, αλλά και τον τρόπο διαβίωσης, έχτισε μία καταναλωτική φενάκη πάνω στην οποία η αστική τάξη (ή όσοι φαντασιώνουν πως ανήκουν σε αυτή) εδραίωσε τις ελπίδες της. Φυσικά τα κέρδη διέφυγαν προς τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα, ενώ διέλαθε της προσοχής η μετατόπιση προς ανοίκειες κανονικότητες δανεισμένες από κοινωνίες που ευημερούν. Οι κοινωνικές επιθυμίες ρυθμίζονται από τη συλλογική τάξη, η οποία ορίζει τους σκοπούς προς τους οποίους οι άνθρωποι οφείλουν να προσαρμόσουν την συμπεριφορά τους. Όταν η συλλογική τάξη διασπάται εμφανίζονται «επηρμένες φιλοδοξίες», οι οποίες, προκειμένου να εκπληρωθούν, καταλύουν τους παραδοσιακούς ρυθμιστικούς κανόνες. Κάτω από αυτές τις συνθήκες η ανομία παρουσιάζεται ως θεμιτό μέσο για την έξοδο από την κρίση.
Τα κυρίαρχα κοινωνικά στρώματα τεχνηέντως σχεδιάζουν τις αξίες μιας κοινωνικής πραγματικότητας, τις διδάσκουν στα σχολεία, καθορίζοντας το αναλυτικό πρόγραμμα ή ισοπεδώνοντας τις δομές του εκπαιδευτικού συστήματος και τις επιβάλλουν μέσα από την υποβάθμιση της ποιότητας των ΜΜΕ. Οι αξίες αυτές δεν βιώνονται με τον ίδιο τρόπο απ' όλους τους πολίτες: Η διαφοροποίηση αυτή εξαρτάται από την ευκαμψία του καθενός και τις αντίστοιχες δυνατότητές που νομίζει ότι θα του παρέχει το σύστημα. Είναι αποτέλεσμα μιας περίπλοκης διαδικασίας αξιολόγησης των προσωπικών του δεξιοτήτων, των διατιθέμενων μέσων και της εκτίμησης του οφέλους και του αντίστοιχου κόστους. Φυσικά, η προηγούμενη γενιά πέρασε στα σημερινά παιδιά την αίσθηση πως όλα είναι δυνατά, πως η κοινωνική άνοδος δεν χτίζεται σταδιακά, αλλά προσφέρεται ευκαιριακά, δεν βασίζεται στην προσωπική αξία, αλλά στην ικανότητα αξιοποίησης των συγκυριών. Πριν από κάθε κρίση το εφήμερο και το πρόσκαιρο αντικαθιστούν το μακροπρόθεσμο σχεδιασμό για το μέλλον. Η ατομική βιογραφία προτάσσεται ως σημαντικότερη από τη συλλογική και η ευτυχία καθορίζεται βάσει υλιστικών αποκλειστικά κανόνων.
Κάθε οικονομική κρίση όμως έχει και η ίδια την κανονικότητά της: προβλέπεται από τους προνομιούχους, πλήττει τα μεσαία στρώματα και εξουθενώνει ή περιθωριοποιεί τους αδύναμους. Οι κοινωνικά αποκλεισμένοι χάνουν παντελώς την επαφή με τον κοινωνικό ιστό, την πρόσβαση στους κοινωνικούς και εκπαιδευτικούς πόρους και οι απόγονοι τους καλούνται να ξεχρεώσουν εντόκως οικονομικά ή πολιτιστικά δάνεια, τα οποία ποτέ οι ίδιοι δεν καρπώθηκαν. Η κρίση είναι η εμπύρετη κατάσταση μιας κοινωνίας, που είτε θα οδηγήσει στην κάθαρση είτε στην πλήρη αποσάθρωση, αλλά σε κάθε περίπτωση θα προκαλέσει μεταβολή. Στο στάδιο αυτό οι αργυραμοιβοί των ιδανικών θα παρουσιαστούν ως σωτήρες. Η διέξοδος όμως βρίσκεται πάντα μέσα στο σύστημα κι όχι έξω από αυτό.
Εντούτοις, ας μη λησμονούμε τον ιαματικό χαρακτήρα της κρίσης. Ο βόρβορος μπορεί να αποτελέσει το λίπασμα, που θα θρέψει το νέο κοινωνικό φυντάνι. Η ανάγκη και η ανέχεια που ξεριζώνει τον αναίτιο ευδαιμονισμό της μεταπολεμικής Ελλάδας, πάνω στον οποίο δομήθηκε μία απερίγραπτη συλλογική έπαρση, μπορούν να κινητοποιήσουν νέες δυναμικές, να αναδείξουν το αδοκίμαστο, να εξιλεώσουν την κοινωνική αδικία και να αναπροσαρμόσουν τις προτεραιότητες. Κανονικά η μετά κρίσεως εποχή είναι καθαγιασμένη από την προσπάθεια των αθώων να την υπερβούν. Η εμπειρία όμως διαρκεί μόνο μία γενιά. Η επόμενη θέτει τα θεμέλια για την επόμενη κρίση, που συνήθως είναι πιο άτεγκτη και διαθέτει αντισώματα στις προηγούμενες λύσεις.
Κρίση και ηθικός σχετικισμός
Σε πλείστες έρευνες καταγράφεται η τάση των πολιτών και ειδικά των νέων να αποδίδουν τα αίτια της οικονομικής και αξιακής χρεοκοπίας στη διαφθορά των πολιτικών, στην αλόγιστη καταναλωτική μανία, στην ολιγωρία των δημόσιων λειτουργών και στην απαξίωση των νόμων και των θεσμών. Στην πραγματικότητα υπάρχουν πολλά ερμηνευτικά μοντέλα, που επιχειρούν να διελευκάνουν την κατάσταση της οικονομίας και της κοινωνικής μεταβολής επί τα χείρω. Λίγα όμως από αυτά λαμβάνουν υπόψη τους ψυχολογικούς παράγοντες, που καθορίζουν και διαμορφώνουν το ηθικό απόθεμα των πολιτών και πολιτικών και ακόμα λιγότερα αναφέρονται στο φιλοσοφικό σχετικισμό της ηθικής, ο οποίος σε μεγάλο βαθμό παρείχε το θεωρητικό οπλοστάσιο για την αποσάθρωση της κοινωνικής συνοχής και την εξάλειψη της αλληλεγγύης.
Οι περισσότεροι άνθρωποι, βασιζόμενοι στη γνωστική διαδικασία της κατηγοριοποίησης έχουν την τάση να εντάσσουν ομοειδείς, παρεμφερείς ή φαινομενικά ομοιάζουσες καταστάσεις στο ίδιο νοητικό σχήμα, με αποτέλεσμα να οδηγούνται σε αυθαίρετες και εμπειρικά αδικαιολόγητες γενικεύσεις: 'Όλοι οι πολιτικοί είναι διεφθαρμένοι', 'Ο ατομισμός λυμαίνεται το δημόσιο βίο', Οι δημόσιοι υπάλληλοι είναι αφερέγγυοι και φυγόπονοι'. Η κατηγοριοποίηση βοηθά τον απλό νου να ερμηνεύσει την πληθώρα των ερεθισμάτων, από τα οποία καθημερινά βομβαρδίζεται, να ταξινομεί τα δεδομένα, να συγκρίνει και να αιτιολογεί την ατομική συμπεριφορά και να πλάθει φιλοσοφίες και ιστορίες ζωής, βάσει των οποίων πορεύεται. Όσο πιο άπειρη είναι η σκέψη, όσο πιο ανέτοιμη κι απροετοίμαστη η λογική, όσο το μυαλό εκτίθεται κυρίως σε επαναλαμβανόμενες καθημερινές ρουτίνες και το πρωτόγνωρο, το αδοκίμαστο, το καινοφανές και το καινοτόμο φαντάζουν περισσότερο ως απειλή, παρά ως πρόκληση, τόσο πιο επιρρεπείς γίνονται σε λανθασμένες ή υπεραπλουστευτικές αιτιακές αποδόσεις και ολιστικά αξιωματικά αποφθέγματα.
Υπάρχουν λίγες μόνο ατραποί διαφυγής από το τελματώδες αυτό αδιέξοδο: η έκθεση σε ποικίλες εμπειρίες, η φαντασία, η μη συμβατική παιδεία και η ασυμβίβαστη, -σχεδόν σε επίπεδα εμμονής- καλλιέργεια της προσωπικότητας. Όχι όμως χωρίς επώδυνο τίμημα- τη διακύβευση της ευτυχίας, τη διατάραξη της ισορροπίας, τη σύγκρουση και την ανατροπή κάθε εφησυχασμού. Η άγνοια θεμελιώνει μια επίφαση ευδαιμονίας, αγκιστρώνεται από δίπολα του τύπου 'όλα είναι άσπρα ή μαύρα', αντιστρατεύεται την παράτολμη ηθική, αγνοεί τις αποχρώσεις των φαινομένων και δεν ανέχεται τις εναλλακτικές. Ο μέτρια πληροφορημένος ή ο παραπληροφορημένος είναι ο πιο επικίνδυνος πολίτης. Ο μη εξονυχιστικός αναζητητής, φορέας αντινομιών. Και ο παραδομένος στην τυραννία της αδιαφορίας, ο μελλοντικός αμφισβητίας και παραχαράκτης των δημοκρατικών αξιών.
Η οκνηρία του νου, κυρίαρχη επιδίωξη όλων των κατασκευαστών εκπαιδευτικών συστημάτων και το όνειρο κάθε κράτους ή ιδεολογίας, που επιζητεί τη μακροημέρευσή της, η αποσιώπηση συμβάντων, προτεραιοτήτων και δεδομένων, ο προσεταιρισμός του νεοπλουτισμού, που εισήλασε βρυχώμενος σε κάθε πτυχή του βίου, ουσιαστικά ακινητοποίησαν τα αντανακλαστικά των πολιτών και διακόρευσαν τα οράματά του, ανταλλάσσοντας τα με τη χλιδή του εφήμερου και του παροδικού.
Πώς όλα αυτά σχετίζονται με την εσωτερίκευση της κρίσης από τους πολίτες. Πώς η πνευματική άπνοια και ο ηθικός μαρασμός στρατολόγησαν τόσους ανενδοίαστους θιασώτες της παρακμής, που μηρυκάζουν άκριτα αναμασημένες τροφές. Γιατί η υποτιθέμενη πνευματική ηγεσία υπνώττει τον ανεξέγερτο ύπνο της εσωστρέφειας.
Χρόνια τώρα οι κοινωνικές επιστήμες στη χώρα μας έχουν ατροφήσει, επειδή δεν τόλμησαν να αντιτείνουν μια ρεαλιστική και κυρίως ανθρώπινη θεωρία για την κοινωνική μεταβολή. Μερικές από αυτές, αποξενωμένες μεταξύ τους, ανίδεες για τα κελεύσματα της διεπιστημονικότητας, παραδόθηκαν σε έναν άχρωμο, ουδέτερο και απαθή περιγραφικό σχετικισμό, επαναλαμβάνοντας με αυτιστικό καταναγκασμό έρευνες, που απλά απεικόνιζαν στιγμιότυπα της πραγματικότητας, χωρίς την αναγκαία ανασύνθεση των ευρημάτων και την αναγωγή σε προτρεπτικό, διαλεκτικό λόγο. Δεκαετίες τα αποτελέσματα παρείχαν ενδείξεις για το τι συμβαίνει, αλλά ελλείψει αδιάσειστων αποδείξεων, κανείς δεν τόλμησε να ψελλίσει το τι μέλει γενέσθαι. Καθηλωμένες σε στερεότυπα του παρελθόντος και πρακτικές απαρχαιωμένες δεν κατάφεραν να ακολουθήσουν την εξέλιξη, αλλά συνέχισαν να εγείρουν οντολογικά ερωτήματα, για τα οποία δεν ήταν υπεύθυνες. Άλλες πάλι στρατευμένες σε ιδεολογίες από καιρό πεθαμένες, αναμένουν τη νεκρανάσταση της αλήθειας τους, αγνοώντας τις ανάγκες του σύγχρονου ανθρώπου. Κι ενώ ευαγγελίζονται λύσεις καθολικές και ρηξικέλευθες, συνεχίζουν να όζουν μέσα στην αποφορά της ανικανότητας τους, καταντώντας επιστήμη έξω από την κοινωνία και μονήρεις όγκοι μιας κοινωνικής καρκινογένεσης και ανατροφοδοτούμενης παθογένειας. Η επιστήμη διαχωρίστηκε από την αρετή και, σύμφωνα προς τον Πλατωνικό ορισμό, ταυτίστηκε με την ιδιοτέλεια και την πανουργία.
Το παράδειγμα των επιστημόνων ακολούθησαν πρόθυμα οι παραγωγοί και οι διακομιστές των πληροφοριών, αλλά κυρίως η εκπαίδευση, το κράτος και οι πολίτες. Η ηθική ελευθεριότητα, που εκφράζεται από το μετα-ηθικό σχετικισμό, πρεσβεύει την ανυπαρξία γενικών ηθικών κωδίκων, αμφισβητεί την οικουμενικότητα των αξιών και προτάσσει το 'προοδευτικό' δικαίωμα του ατόμου, αλλά και ολόκληρων κοινωνιών να διαμορφώνουν τη δική τους δεοντολογία. Η αλήθεια είναι διαφορετική, ανάλογα με την προοπτική, υπό την οποία θεωρείται. Οι έννοιες σεβασμός της ανθρώπινης ζωής, ελευθερία, δημοκρατία δεν είναι αναγκαστικά καλές ή κακές, αλλά καθαγιάζονται ως τέτοιες, εάν εξυπηρετούν τις ανάγκες, όσων τις διατυπώνουν κάθε φορά. Το χειρότερο είναι πως η ηθική πλέον είναι παραμετροποιήσιμη. Το άτομο είναι θεμιτό να κρατήσει από τους κανόνες τα στοιχεία εκείνα που το εξυπηρετούν, να ενστερνιστεί προκατασκευασμένες κοσμοθεωρίες για μικρό διάστημα, να τις επαναδιατυπώσει ανάλογα με τις συνθήκες και τους στόχους του, να καταστεί πρόσκαιρος κοινωνός θεωριών, που απλά δικαιολογούν τις πράξεις του. Ουσιαστικά τόσο οι κοινωνίες, όσο και τα άτομα ιεραρχούν τις ανάγκες τους και, επιδιώκοντας την άμεση ικανοποίησή τους, χωρίς να υποπίπτουν σε γνωστικές ασυμφωνίες, τις επικαλύπτουν με ηθικούς μανδύες, που αλλάζουν συχνότερα και από τις επιταγές της εκάστοτε μόδας.
Οι θεσμοί στη χώρα μας καχύποπτοι, διστακτικοί, άκαμπτοι διαποτίζονται και οι ίδιοι από αυτή τη λογική. Προκύπτουν ως εξαμβλωματικές αντιγραφές ξένων προτύπων και είτε αναφύονται αδέσποτοι, απομακρυσμένοι από τις ιδιαιτερότητες των Ελλήνων είτε ασπάζονται το νεωτεριστικό, χωρίς να στηρίζονται σε μια κεντρική ανθρωπιστική ιδέα. Παγιδεύουν την ελεύθερη σκέψη σε διαδικασίες, περιορισμούς, μαιάνδρους παραλλαγών και επικαλυπτόμενων ευθυνών και, ενώ σφραγίζουν με επιμέλεια τις κερκόπορτες, αφήνουν προκλητικά ανοιχτή την κεντρική πύλη των τειχών βορρά στον εσωτερικό εχθρό, στον κατακτητή και στους παραχαράκτες της αξιοπρέπειας του λαού μας. Δεν είναι τα πρόσωπα που αναλαμβάνουν τις τύχες του τόπου διεφθαρμένα, ούτε ανόητα, ούτε χωρίς επίγνωση των ευθυνών τους. Είναι η περιρρέουσα ρευστή κουλτούρα, ο σχετικισμός της ηθικής, η φιλοσοφία του αθεμελίωτου και του τυχάρπαστου, που προκαλούν την ηθική αφαίμαξη και ομογενοποίηση, όσων εμπλέκονται με τα κοινά.
Η νέα γενιά είναι η μοναδική ελπίδα για αλλαγή. Διαποτισμένη από τις απαξίες μας και πειραματόζωο στα εκπαιδευτικά δρώμενα έχει ένα χαρακτηριστικό, που την διακρίνει από τις προηγούμενες: δεν ανέχεται την υποκρισία, έχει κορεστεί από τα υλιστικά πρότυπα των γονιών και επιζητεί το αυτονόητο-την εδραίωση μιας κοσμοθεωρίας, που δεν εγκλωβίζει, αλλά φέρει τον οικουμενισμό, τη διαχρονικότητα και το κύρος του ανθρωπισμού.
ΔΙΑΖΥΓΙΟ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ
Αν και τα περισσότερα ζευγάρια θεωρούν ότι η κρίση που περνά ό γάμος τους οφείλεται σε μοναδικές για αυτά ιδιοσυγκρασιακές αιτίες, εδώ και καιρό η ψυχολογία έχει δείξει ότι οι λόγοι διαζυγίου μπορούν να ομαδοποιηθούν σε ορισμένους βασικούς παράγοντες έλλειψης επικοινωνίας. Μερικοί πιστεύουν ότι οι άνθρωποι χωρίζουν για τους ίδιους λόγους, για τους οποίους οδηγήθηκαν στη συντροφικότητα: το καλό χιούμορ που διακρίνει η υποψήφια σύζυγος στο μελλοντικό άντρα της, μετατρέπεται σε σαρκασμό και ειρωνεία αργότερα. Ο ‘χαλαρός και άνετος’ χαρακτήρας προ του γάμου, ξαφνικά μεταμορφώνεται σε επιπολαιότητα αργότερα, ενώ μία δυναμική γυναίκα εύκολα μπορεί να χαρακτηριστεί ανάλγητη και ανέτοιμη για να κρατήσει το σπίτι της.
Πώς γίνεται αυτή η μετάλλαξη; Οι ειδικοί συμφωνούν ότι πρόκειται για λάθος στην επικοινωνία, στη μεταβίβαση του μηνύματος, στις προσδοκίες και στην προβολή των δικών μας ελλείψεων στον άλλο. Εξάλλου, ο πόθος είναι έλλειψη και η εκπλήρωση του αναστέλλει τον ίμερο. Οι ερευνητές πιστεύουν πως αναλύοντας τη δυναμική της επικοινωνίας ενός ζευγαριού, μπορούν να διακρίνουν τα παθογόνα στοιχεία και να προβλέψουν, εάν οι δύο σύνευνοι πρόκειται σύντομα να επισκεφτούν το δικηγόρο τους. Εάν σε κάθε καυγά οι σύντροφοι ανακαλούν και επικαλούνται παλιές, πικρές αναμνήσεις, όταν αντί να εκφράζουν τα συναισθήματα τους προτιμούν να αλληλοκατηγορούνται, εάν ξεκινούν κάθε συζήτηση έντονα και με επικριτικό ύφος, τότε η σχέση τους αρχίζει να περνά το σημείο χωρίς γυρισμό. Αν επιτεθείς λεκτικά σε κάποιον θα αντιδράσει αμυντικά και όλοι γνωρίζουν πως η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση. Φαίνεται ότι τα προβλήματα εκδηλώνονται μόλις η σχέση γίνει διεκπεραιωτική, όταν δηλαδή το μεγαλύτερο ποσοστό των συζητήσεων αφορούν ζητήματα της καθημερινότητας, πολλές φορές δυσεπίλυτα, όπως τα οικονομικά, οι σχέσεις με τους συγγενείς και οι διαφορές στις απόψεις για την ανατροφή των παιδιών. Η απιστία που συνήθως προβάλλεται ως η κυριότερη αιτία διαζυγίου, συνήθως είναι το αποτέλεσμα όλων των παραπάνω. Οι σύμβουλοι γάμου, συχνά παροτρύνουν τα ζευγάρια να αλλάξουν τον τρόπο έκφρασής τους, πχ, αντί να χαρακτηρίσεις τον άλλο εγωιστή είναι καλύτερο να πεις ότι η τάδε συμπεριφορά με πλήγωσε ή με έφερε σε αμηχανία. Ο χρυσός κανόνας λέει ότι κρίνουμε συμπεριφορές και όχι τους ανθρώπους. Ο σύντροφος μας είναι 'γίγνεσθαι' και όχι είναι, που σημαίνει ότι δεν είναι στατικός, αλλά μια προσωπικότητα που εξελίσσεται, που δεν δρα για παράδειγμα εγωιστικά σε κάθε περίσταση, αλλά όταν εμφανίζονται ορισμένοι εκλυτικοί παράγοντες.
Ο γάμος παλαιότερα διατηρούσε την κοινωνική συνοχή, ήλεγχε τη μεταβίβαση της κληρονομιάς στους απογόνους και διασφάλιζε ότι η ασθενέστερη γυναίκα δεν θα εγκαταλείπετο στην τύχη της. Η κοινωνία έκτοτε έχει αλλάξει δραματικά και η μονογονεϊκότητα πλέον δεν είναι καταστροφική. Φυσικά, κάθε διαζύγιο, για τα παιδιά είναι πένθος, όχι όμως κοινωνικό στίγμα. Και ο αποχωρισμός προτιμότερος από μια τοξική σχέση.
Η οικονομική κρίση παραδόξως, επηρέασε τη φρενήρη αύξηση των επίσημων διαζυγίων στη χώρα μας: τα ζευγάρια δεν διαθέτουν αρκετά χρήματα για να επωμιστούν τα έξοδα των δικηγόρων. Αποκύημα αυτού είναι οι παρατεταμένες περίοδοι σε οιονεί διάσταση: σύντροφοι που ζουν μαζί και χωριστά, που αποτελούν και δεν αποτελούν οικογένεια. Επειδή όμως αυτό επιτείνει την κατάσταση ρευστότητας και η δραστική-τελική λύση του χωρισμού δεν επέρχεται, ενώ καμία προσπάθεια άρσης του αδιεξόδου δεν καταβάλλεται, οι συνέπειες του συγκρουσιακού κλίματος βαραίνουν περισσότερο τα παιδιά.
Οι γονείς πρέπει να γνωρίζουν ότι τα αποτελέσματα των διαπληκτισμών τους δρουν πολλαπλασιαστικά στην ψυχοσύνθεση των τέκνων τους και κάθε λέξη ή φράση μπορεί να μείνει ανεξίτηλη στη μνήμη τους. Μερικές φορές για να επιτευχθεί η υπέρβαση των κλυδωνισμών πρέπει όλο το σύστημα της οικογένειας να δράσει θετικά, δηλαδή συγγενείς, φίλοι και πρόσωπα βαρύνουσας σημασίας να αποτρέψουν τους συντρόφους από την τελεσίδικη πράξη. Παράλληλα, κάποιος ειδικός πρέπει να εκπαιδεύσει το ζευγάρι στην ορθή επικοινωνία, στην επίλυση προβλημάτων και στην οριοθέτηση ρεαλιστικών στόχων. Η παρατεταμένη ρευστότητα, η αναπαραγωγή των ίδιων μοτίβων και σχημάτων σύγκρουσης, οι ατελέσφορες προσπάθειες επανένωσης διδάσκουν τους υπό διάσταση συζύγους, ότι κάθε αναπνοή που ξοδεύεται για τη διάσωση του γάμου είναι μάταιη. Συνήθως είναι οι γυναίκες, αυτές που έχουν προαποφασίσει το διαζύγιο πολύ πριν εκδηλώσουν την επιθυμία τους για αυτό, ίσως επειδή η κοινωνία δεν τους παρέχει τα εχέγγυα και τις δεξιότητες για αρμονική αντιμετώπιση του Γολγοθά της μονογονεικότητας. Τασσόμεθα υπέρ της καταβολής κάθε δυνατής προσπάθειας για να μη διαλυθεί ένας γάμος. Όμως, η παράταση της σύγκρουσης έχει ολέθρια αποτελέσματα, ειδικά για τα παιδιά, τα οποία ενδεχομένως αργότερα να εξωτερικεύσουν το θυμό με επιθετικότητα, μαθησιακές δυσκολίες κατάθλιψη και αντικοινωνική συμπεριφορά. Το να είναι κάποιος γονιός μπορεί να διδαχθεί και για αυτό η ανάγκη για συμβουλευτική στις μέρες μας γίνεται ολοένα και πιο έντονη.
Η οικονομική κρίση εισήλασε βρυχώμενη σε κάθε πτυχή της ζωής, ακόμη και τη συντροφική, και είναι καιρός να βρούμε την εναλλακτική που θα την αντισταθμίσει. Φτιάξτε, λοιπόν τους ‘νοητικούς χάρτες αγάπης’, του Gottman, αποθηκεύστε στο μυαλό το μικρόκοσμο, τις ελπίδες, τις αδυναμίες και τα πάθη του συντρόφου σας, συμφιλιωθείτε με τις διαφορές σας, θαυμάστε τον για τις καθημερινές του συνήθειες, αφήστε τον να σας επηρεάσει, να συν-διαμορφώσει το χαρακτήρα σας, επικοινωνήστε, ώστε να λύσετε πρώτα όσα προβλήματα ξεπερνιούνται ανώδυνα, αποδεχθείτε πως μερικά από αυτά δεν μπορείτε μόνοι σας να τα ξεπεράσετε και συμβουλευθείτε κάποιον ειδικό, εντάξτε τον στην καθημερινότητα και στις φαντασιώσεις σας, λειάνετε το λόγο σας και εμπλουτίστε τον με τα θετικά του συνοδοιπόρου σας στη ζωή, κατασκευάστε ένα κοινό αξιακό σύστημα, κρυφούς κοινούς κώδικες, ιεροτελεστίες, αγαπημένα μέρη και καταλάβετε πως το διαζύγιο είναι η εύκολη λύση μιας ευδαιμονιστικής ηθικής.
3. Οικονομική κρίση και οικογένεια
Στην Ελλάδα η μετάβαση από την εκτεταμένη στην πυρηνική οικογένεια έχει σχεδόν ολοκληρωθεί και ο μονογονεϊκός τύπος τείνει να γίνει κοινωνικά αποδεκτός και να μην αποτελεί στίγμα, τουλάχιστον στα αστικά κέντρα. Κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες παρόλα αυτά, οδηγούν σε μια πολύσημη κατάσταση. Τώρα συνυπάρχουν και οι τρεις μορφές οικογένειας ή αναβιώνουν μορφώματα προηγούμενων ιστορικών φάσεων, μεταλλαγμένων εξαιτίας των σύγχρονων συνθηκών. Η δομή της πυρηνικής οικογένειας παραμένει ισχυρή, τα οικογενειακά δίκτυα είναι ο κύριος φορέας κοινωνικοποίησης, επαγγελματικής αποκατάστασης και πρόσβασης στις πληροφορίες Επιπλέον, η οικογένεια ως αξία εξακολουθεί να παραμένει ισχυρή παρά τους κλυδωνισμούς και την αμφισβήτηση. Στα αστικά κέντρα η αύξηση των διαζυγίων, κυρίως αυτών που λαμβάνουν χώρα πολύ νωρίς στον συζυγικό βίο, έχει οδηγήσει σε μια ανάλογη αύξηση της μονογονεϊκότητας. Στον αντίποδα αυτής της κατάστασης πολλοί νέοι, πληττόμενοι από την ανεργία και την οικονομική δυσπραγία, επιλέγουν να παραμένουν στις οικογένειες καταγωγής σχεδόν μέχρι την ηλικία των 30 ετών και αργότερα ζουν κοντά στην οικογενειακή εστία και δημιουργούν δική τους οικογένεια στον ίδιο χώρο με την οικογένεια καταγωγής. Αυτό δημιουργεί μια περίεργη μορφή εκτεταμένης οικογένειας, ο σχηματισμός της οποίας διέπεται όπως και παλαιότερα από οικονομικές συγκυρίες. Η παρατεταμένη αυτή εξάρτηση δεν είναι χωρίς συνέπειες: Οι νέοι αργούν να κατακτήσουν το απαιτούμενο επίπεδο αυτονομίας, η προσωπικότητά τους καθηλώνεται σε παιδικό στάδιο με αποτέλεσμα να αποτυγχάνουν ολοένα και περισσότερο κατά τη δημιουργία της δικής τους οικογένειας. Παράλληλα τα κοινωνικά τους δίκτυα δεν αναπτύσσονται επαρκώς και οι περισσότεροι δηλώνουν δέσμιοι ενός φαύλου κύκλου, που στον ένα πόλο της έχει την οικονομική δυσπραγία και στον άλλο την κοινωνική εξάρτηση.
Είναι γεγονός ότι αντίβαρο στην οικονομική κρίση αποτελούν τα υποστηρικτικά δίκτυα των νέων, το βάθος και το εύρος των οποίων καθορίζουν πολλές παραμέτρους κοινωνικής προσαρμογής και καλύπτουν και συναισθηματικές ανάγκες. Τα δίκτυα είναι το άθροισμα των προσωπικών επαφών, μέσω των οποίων το άτομο λαμβάνει συναισθηματική υποστήριξη, υλική ενίσχυση και συμμετοχή στις υπηρεσίες, έχει πρόσβαση στις πληροφορίες και δημιουργεί νέες κοινωνικές επαφές. Τα κοινωνικά δίκτυα συνήθως αποτελούνται από τα μέλη της οικογένειας, τους φίλους και τους γνωστούς και περιλαμβάνουν τρεις κρίσιμες έννοιες: α) το μέγεθος ή το εύρος, το οποίο αναφέρεται στον αριθμό των ατόμων που συμμετέχουν στο δίκτυο, β) τη σύνθεση, που αφορά το ποσοστό συμμετοχής στο δίκτυο μελών της ευρύτερης οικογένειας ή φίλων και γ) τη συχνότητα, που δηλώνει το πόσο συχνά τα μέλη ενός κοινωνικού δικτύου αλληλεπιδρούν. Η παρατεταμένη παραμονή κοντά στην οικογένεια καταγωγής δημιουργεί ακόμα ένα πρόβλημα: Δεν επιτρέπει στους νέους να αναπτύξουν δίκτυα γεφύρωσης, δηλαδή διόδους επικοινωνίας με άλλες κοινωνικές τάξεις, ομάδες, μορφώματα, κουλτούρες, ώστε να πολλαπλασιάσουν τις ευκαιρίες ανέλιξης, να έχουν πρόσβαση σε πολύπλευρη πληροφόρηση, να αποκτήσουν νέες εμπειρίες και σε τελική ανάλυση να ενηλικιωθούν. Τα οικογενειακά δίκτυα δεσμών, όσο κι αν προστατεύουν από τις αντινομίες της σύγχρονης πραγματικότητας, μακροπρόθεσμα μπορούν να σχηματίσουν ένα κλοιό γύρω από τους νέους και να εμποδίσουν τη μετάβασή τους στην ωριμότητα
Οικονομική κρίση και ψυχική υγεία
H ολιστική προσπέλαση του ορισμού της ψυχικής υγείας δίνει ιδιαίτερη έμφαση στον πολυπαραγοντικό χαρακτήρα της και τη συσχετίζει με το κοινωνικό, πολιτιστικό και φυσικό περιβάλλον. Η νοσηρότητα και η ασθένεια εκλαμβάνεται περισσότερο ως μια αποτυχημένη προσπάθεια του οργανισμού να προσαρμοστεί στις συνεχείς προκλήσεις και απειλές, που προέρχονται από το περιβάλλον, χωρίς βέβαια να παραγνωρίζεται ο αιτιακός χαρακτήρας και των βιολογικών μεταβλητών. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, θεωρεί ότι η υγεία είναι η πλήρης σωματική, ψυχική και κοινωνική ευεξία του ατόμου και όχι απλά η απουσία νόσου ή αναπηρίας. Η ψυχολογική ευεξία διακυβεύεται, όταν το άτομο καλείται να εσωτερικεύσει καταστάσεις κοινωνικής ανομίας και να απεικονίσει στο προσωπικό του σχέδιο ζωής συνθήκες παρακμής : Η οικονομική κρίση σταδιακά επιδρά στις συνθήκες στέγασης, στην ποιότητα της διατροφής, στην εργασιακή αποκατάσταση, στο άγχος και σε πλήθος άλλων υγειονομικών μεταβλητών, που αποδεδειγμένα οδηγούν σε κατάθλιψη και μείωση της αυτοεκτίμησης. Όταν το άτομο νιώθει ότι δεν ελέγχει τα γεγονότα της ζωής του, αλλά είναι έρμαιο των κοινωνικών και οικονομικών αλλαγών, τότε περιέρχεται σε καταστάσεις απόγνωσης, πανικού, απελπισίας, που μπορεί να εκδηλωθούν με κατάθλιχη ή επιθετικότητα. Σε παρόμοιες καταστάσεις ανομίας έχει οδηγηθεί η ελληνική κοινωνία με την ανισοκατανομή των κερδών και την αποκοπή του εργαζόμενου από τα δημιουργικά στοιχεία της εργασίας του. Η πόλωση, που επήλθε στο αίσθημα κοινωνικής δικαιοσύνης και η διαφαινόμενη καθίζηση του προνοιακού χαρακτήρα του κράτους έκανε εντονότερη την ανάγκη για δικαιότερο επιμερισμό των αγαθών και των υπηρεσιών πρόνοιας, ενώ παράλληλα αύξησε τα κρούσματα κακής ψυχικής υγείας και νεύρωσης..
H ψυχική υγεία είναι βασικό συστατικό της ποιότητας ζωής, η οποία επλήγη άμεσα με την είσοδό μας σε χαλεπή περίοδο οικονομικής κρίσης. Οι προσδοκίες της κοινωνίας και οι κοινωνικές νόρμες σχετικά με τους ρόλους και τη συμπεριφορά των ατόμων έχουν αντίκτυπο στην υγεία τους. Η υγεία δεν μπορεί να οριστεί χωριστά από την κοινωνία, αλλά πάντα σε σχέση με την ικανότητα των ατόμων να λειτουργούν με τρόπο αποδεκτό τόσο από τους εαυτούς τους όσο και από το κοινωνικό σύνολο στο οποίο ανήκουν. Συνεπώς, η κοινωνική υγεία μπορεί να ορισθεί σε σχέση με τα συστήματα κοινωνικής στήριξης, που μπορούν να παρεμβαίνουν και να μεταβάλλουν την επίδραση του περιβάλλοντος και των αγχογόνων γεγονότων στη σωματική και ψυχική υγεία. Δυστυχώς, τα μέτρα για την εξυγείανση της ελληνικής οικονομίας δεν λαμβάνουν υπόψη ότι οι κοινωνικά ευάλωτες ομάδες πληθυσμού, όπως οι μακροχρόνια άνεργοι, οι απολυμένοι άνω των σαράντα ετών, η τρίτη ηλικία, οι ψυχικώς πάσχοντες και οι ανάπηροι, οι γυναίκες που διατηρούν μονογονεική οικογένεια, θα περιθωριοποιηθούν ακόμα περισσότερο, με βαριές συνέπειες στην ποιότητα ζωής και στην ψυχική τους υγεία. H μέτρηση της κοινωνικής υγείας εστιάζεται στο άτομο και ορίζεται σε σχέση με τις διαπροσωπικές αλληλεπιδράσεις και την κοινωνική συμμετοχικότητα. Το επίπεδο υγείας μιας κοινότητας συσχετίζεται θετικά με την αλληλεγγύη, την κοινωνική εμπιστοσύνη και την αισιοδοξία. Τα μέλη με περιορισμένες κοινωνικές επαφές, που δρουν σε κοινωνίες με μειωμένες προοπτικές, όπου το κλίμα δυστυχίας και μιζέριας καλύπτει τα πάντα έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να αποβιώσουν ενώ κοινωνίες στις οποίες οι πολίτες δραστηριοποιούνται ενεργά και μετέχουν στη μετεξέλιξή της, παρουσιάζουν μικρότερα ποσοστά θνησιμότητας και υψηλότερο μέσο όρο ζωής (Boswell-Purdy, J., 2001. OECD, 2001. Kawachi et al., 1996. Kawachi, Kennedy, Lochner, & Prothrow-Stith, 1997. Wilkinson, 1996. Kaplan, Pamuk, Lynch, & Balfour, 1996). Μάλιστα οι δείκτες συσχέτισης είναι τόσο υψηλοί, που η ύπαρξη κοινωνικού κεφαλαίου σε αλληλεπίδραση με το κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο μιας περιοχής θεωρούνται αιτιακοί παράγοντες εξάλειψης πολλών ασθενειών (Worsley, 2001). Σε τέτοιες κοινότητες, όπου η οικονομική κρίση δεν είχε αλλάξει συλλήβδην τα κοινωνικά δεδομένα και οι πολίτες μοιράζονταν ένα κοινό όραμα, διαπιστώθηκε χαμηλή θνησιμότητα από καρδιακές παθήσεις και κακοήθη νεοπλάσματα (Kawachi et al., 1997) ατυχήματα και αυτοκτονίες (Kawachi et al., 1996) μικρότερη εκδήλωση μεταδοτικών ασθενειών (Lindstrom, Hanson, & Ostergren, 2001) και χαμηλότερος δείκτης εγκληματικότητας (Sampson, Raudenbush, & Earls, 1997. Kawachi, Kennedy, Prothrow-Stith, Lochner, & Gupta, 1998. Kawachi, Kennedy, & Wilkinson, 1999). Τα παραπάνω είναι απολύτως αντίστροφα για την Ελλάδα του 21ου αιώνα, δεδομένου ότι το κράτος αρνείται να επενδύσει στον άνθρωπο, αλλά περικόπτει από τα κοινωνικά αγαθά, που θεωρούνται απαραίτητα για την πρόοδο, δηλαδή την παιδεία, την ασφάλεια και την υγεία.
Παράλληλα, ίδια σχέση υπάρχει ανάμεσα στις ψυχικές ασθένειες και την απαισιοδοξία που επικρατεί λόγω της οικονομικής κρίσης.. Ο αριθμός των αυτοκτονιών αυξάνεται σε κοινότητες που υπάρχει έλλειμμα εμπιστοσύνης, δυσπιστία, αγώνας για υπερίσχυση απαξιωτικές προσωπικές σχέσεις, ανταγωνισμός και αποπροσωποποίηση, φαινόμενα που ευνοούνται λόγω της κρίσης.. Είναι αλήθεια ότι κάθε άνθρωπος είναι η συνισταμένη των εμπειριών του, των επιδιώξεών του και της εικόνας που έχει δημιουργήσει για τη θέση του μέσα στην κοινωνία και στον κόσμο. Υπ’ αυτήν την έννοια η καλή ψυχική υγεία συσχετίζεται με τη δημιουργία προσωπικής ταυτότητας. Για να επιτευχθεί αυτή η ταύτιση, πρέπει η κοινωνική δομή να δρα αντισταθμιστικά και εξισορροπητικά. Αυτό σημαίνει ότι η ψυχική υγεία πρέπει να είναι βασικό μέλημα του κράτους και ότι οι δείκτες της οικονομίας δεν θα ανθίσουν,εάν έχουν μαραζώσει οι άνθρωποι που απαρτίζουν την κοινωνία. Ο συγκερασμός των κοινωνικών και προσωπικών συνιστωσών που είναι υπεύθυνες για τη μέγιστη δυνατή αξιοποίηση των δυνατοτήτων εξέλιξης των ανθρώπων είναι βασική προυπόθεση για την ψυχική υγεία. Συναφείς έννοιες είναι η πρόοδος, η ευημερία σε ατομικό και κοινωνικό επίπεδο. Η ψυχική υγεία συσχετίζεται με την ευτυχία ή την ικανοποίηση που αισθάνεται ένα άτομο για τη ζωή ή το περιβάλλον του, συμπεριλαμβανομένων των επιθυμιών, αναγκών και των προτιμήσεων, αλλά και όλων των υπολοίπων υλικών ή πνευματικών προτιμήσεων. Όταν υπάρχει αλληλεπίδραση της καλής ψυχικής υγείας και μιας ανθρωποκεντρικής οικονομίας, ο όρος επεκτείνεται, για να συμπεριλάβει περιβαλλοντολογικούς παράγοντες, και τις διαφορετικές εκφάνσεις του πολιτισμού.
Είναι συνήθως δυσχερής η ερμηνεία ενός κοινωνικού φαινομένου, ενόσω αυτό εξελίσσεται. Οι κοινωνικές μεταβολές που ενσκήπτουν απρόσμενα για τους αδαείς (αλλά που προβλέπονται απ' όσους γνωρίζουν να ερμηνεύουν τους οιωνούς), εκτοπίζουν τις καθημερινές κανονικότητες, αναιρώντας την κοινωνική αδράνεια και επιβάλλοντας νέα κριτήρια. Τρόποι συμπεριφοράς που πριν ήταν αποδεκτοί, αποδεικνύονται ανεπαρκείς, νόρμες και συμβάσεις καθίστανται δυσλειτουργικές. Όσοι πολίτες καταφέρνουν να ξεπεράσουν το σοκ, επιχειρούν να επινοήσουν μεθόδους υπέρβασης της κρίσης. Στην αρχική φάση της η έκπληξη είναι το κυρίαρχο συναίσθημα. Η κρατική υπόσταση, παρά τις πλημμελείς δομές της, κατά κάποιο τρόπο εγγυάτο την ισορροπία, ενώ τώρα κλυδωνίζεται και μαζί με αυτήν καταρρέει η αυτοεικόνα του ατόμου και ο ρόλος του μέσα στο πλαίσιο που καρκινοβατεί. Το αποσπασματικό και το σπασμωδικό χαρακτηρίζουν τις πρώτες αντιδράσεις. Όσο πιο ανέτοιμη είναι μια κοινωνία να αντιμετωπίσει τη λαίλαπα, τόσο περισσότερο σε αυτό το στάδιο θα εθελοτυφλεί συνεχίζοντας να δρα αυτιστικά ή θα προσφεύγει σε τρόπους που δηλώνουν πανικό.
Σε καταστάσεις κοινωνικής νηνεμίας τα ήθη διατηρούν τη συνοχή, τα στερεότυπα διαιωνίζουν ορθές ή λανθασμένες ερμηνείες και οι πολιτικές παραδοχές συντελούν στη διατήρηση της τάξης. Πριν από την οικονομική κρίση προηγήθηκε μία κρίση αξιών: Η κανονικότητα του καπιταλισμού, η οποία ελέγχει και προσδιορίζει τα μέσα παραγωγής, το χρόνο των εργαζομένων, αλλά και τον τρόπο διαβίωσης, έχτισε μία καταναλωτική φενάκη πάνω στην οποία η αστική τάξη (ή όσοι φαντασιώνουν πως ανήκουν σε αυτή) εδραίωσε τις ελπίδες της. Φυσικά τα κέρδη διέφυγαν προς τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα, ενώ διέλαθε της προσοχής η μετατόπιση προς ανοίκειες κανονικότητες δανεισμένες από κοινωνίες που ευημερούν. Οι κοινωνικές επιθυμίες ρυθμίζονται από τη συλλογική τάξη, η οποία ορίζει τους σκοπούς προς τους οποίους οι άνθρωποι οφείλουν να προσαρμόσουν την συμπεριφορά τους. Όταν η συλλογική τάξη διασπάται εμφανίζονται «επηρμένες φιλοδοξίες», οι οποίες, προκειμένου να εκπληρωθούν, καταλύουν τους παραδοσιακούς ρυθμιστικούς κανόνες. Κάτω από αυτές τις συνθήκες η ανομία παρουσιάζεται ως θεμιτό μέσο για την έξοδο από την κρίση.
Τα κυρίαρχα κοινωνικά στρώματα τεχνηέντως σχεδιάζουν τις αξίες μιας κοινωνικής πραγματικότητας, τις διδάσκουν στα σχολεία, καθορίζοντας το αναλυτικό πρόγραμμα ή ισοπεδώνοντας τις δομές του εκπαιδευτικού συστήματος και τις επιβάλλουν μέσα από την υποβάθμιση της ποιότητας των ΜΜΕ. Οι αξίες αυτές δεν βιώνονται με τον ίδιο τρόπο απ' όλους τους πολίτες: Η διαφοροποίηση αυτή εξαρτάται από την ευκαμψία του καθενός και τις αντίστοιχες δυνατότητές που νομίζει ότι θα του παρέχει το σύστημα. Είναι αποτέλεσμα μιας περίπλοκης διαδικασίας αξιολόγησης των προσωπικών του δεξιοτήτων, των διατιθέμενων μέσων και της εκτίμησης του οφέλους και του αντίστοιχου κόστους. Φυσικά, η προηγούμενη γενιά πέρασε στα σημερινά παιδιά την αίσθηση πως όλα είναι δυνατά, πως η κοινωνική άνοδος δεν χτίζεται σταδιακά, αλλά προσφέρεται ευκαιριακά, δεν βασίζεται στην προσωπική αξία, αλλά στην ικανότητα αξιοποίησης των συγκυριών. Πριν από κάθε κρίση το εφήμερο και το πρόσκαιρο αντικαθιστούν το μακροπρόθεσμο σχεδιασμό για το μέλλον. Η ατομική βιογραφία προτάσσεται ως σημαντικότερη από τη συλλογική και η ευτυχία καθορίζεται βάσει υλιστικών αποκλειστικά κανόνων.
Κάθε οικονομική κρίση όμως έχει και η ίδια την κανονικότητά της: προβλέπεται από τους προνομιούχους, πλήττει τα μεσαία στρώματα και εξουθενώνει ή περιθωριοποιεί τους αδύναμους. Οι κοινωνικά αποκλεισμένοι χάνουν παντελώς την επαφή με τον κοινωνικό ιστό, την πρόσβαση στους κοινωνικούς και εκπαιδευτικούς πόρους και οι απόγονοι τους καλούνται να ξεχρεώσουν εντόκως οικονομικά ή πολιτιστικά δάνεια, τα οποία ποτέ οι ίδιοι δεν καρπώθηκαν. Η κρίση είναι η εμπύρετη κατάσταση μιας κοινωνίας, που είτε θα οδηγήσει στην κάθαρση είτε στην πλήρη αποσάθρωση, αλλά σε κάθε περίπτωση θα προκαλέσει μεταβολή. Στο στάδιο αυτό οι αργυραμοιβοί των ιδανικών θα παρουσιαστούν ως σωτήρες. Η διέξοδος όμως βρίσκεται πάντα μέσα στο σύστημα κι όχι έξω από αυτό.
Εντούτοις, ας μη λησμονούμε τον ιαματικό χαρακτήρα της κρίσης. Ο βόρβορος μπορεί να αποτελέσει το λίπασμα, που θα θρέψει το νέο κοινωνικό φυντάνι. Η ανάγκη και η ανέχεια που ξεριζώνει τον αναίτιο ευδαιμονισμό της μεταπολεμικής Ελλάδας, πάνω στον οποίο δομήθηκε μία απερίγραπτη συλλογική έπαρση, μπορούν να κινητοποιήσουν νέες δυναμικές, να αναδείξουν το αδοκίμαστο, να εξιλεώσουν την κοινωνική αδικία και να αναπροσαρμόσουν τις προτεραιότητες. Κανονικά η μετά κρίσεως εποχή είναι καθαγιασμένη από την προσπάθεια των αθώων να την υπερβούν. Η εμπειρία όμως διαρκεί μόνο μία γενιά. Η επόμενη θέτει τα θεμέλια για την επόμενη κρίση, που συνήθως είναι πιο άτεγκτη και διαθέτει αντισώματα στις προηγούμενες λύσεις.
Ο νέος Ανθρωπισμός
Ευστράτιος Παπάνης, Επίκουρος Καθηγητής Κοινωνιολογίας Πανεπιστημίου Αιγαίου
Η μεγαλύτερη κρίση, πέρα από την οικονομική καταβαράθρωση και τον αξιακό μαρασμό, που καλείται να αντιμετωπίσει ο ελληνικός λαός, είναι η εκχώρηση των δημοκρατικών δικαιωμάτων και η αμφισβήτηση των θεσμών, υπό την τρομολαγνική απειλή του χρέους και της ανέχειας: οι κυβερνήσεις-εκλεγμένες και μη-νομοθετούν εσπευσμένα, αδιαφορώντας για το λαϊκό συμφέρον και τις αντοχές, κραδαίνοντας τον φόβο, την ενοχή και την ανασφάλεια ως μέσα χειραγώγησης και ύπνωσης των αντανακλαστικών.
Η αντιπροσωπευτική κοινοβουλευτική δημοκρατία, εξελίσεται σε μεταδημοκρατία, όπου οι πολίτες απεμπολούν το δικαίωμα της πολιτικής δράσης σε υπερεθνικά, οικονομικά κέντρα ελέγχου, εκχωρούν την ψήφο χωρίς πραγματικές ιδεολογικές επιλογές και μετατρέπονται σε ανδρείκελα, που πασχίζουν για την ατομική επιβίωση, ανίκανα να εκφράσουν συλλογική βούληση και στιβαρό, εναλλακτικό λόγο.
Τα κελεύσματα του συντάγματος, τα ανθρώπινα δικαιώματα, το κράτος πρόνοιας, η κοινωνία της γνώσης και των πολιτών, αποδείχθηκαν έννοιες βαρύγδουπες και κενές, όπως ακριβώς και τα οράματα των πολιτικών στο σύνολο της Ευρώπης, αποδεικνύοντας πως οι Ενώσεις, που ξεκινούν πρωτίστως ως οικονομικές και δευτερευόντως ως κοινωνικές, στερούνται ερεισμάτων και καταρρέουν στην πρώτη καπιταλιστική κρίση ή στα αδηφάγα κερδοσκοπικά παιχνίδια της πραγματικής εξουσίας.
Πολλοί μιλούν για τα θετικά στοιχεία, που θα αναδυθούν με αφορμή την παρούσα ιστορική συγκυρία, ενώ άλλοι ευαγγελίζονται τις αξίες, που μερικές δεκαετίες πριν διασφάλιζαν την κοινωνική συνοχή: Αλληλεγγύη, κοινωνική εμπιστοσύνη, καρτερία, επιστροφή στην πρωτογενή παραγωγή, ανταλλακτική οικονομία και αποπομπή ή αμφισβήτηση του ευδαιμονισμού και του ηδονισμού, που χρόνια κατασπάρασσαν και αλλοίωναν τα ευγενή ιδανικά του Ελληνικού Έθνους. Όμως, δις εις τον αυτόν ποταμόν ουκ αν εμβαίεις. Η ιστορία επαναλαμβάνεται μόνο ως φάρσα και τα σπέρματα της κρίσης διαφαίνονται από τα πρώτα έτη της νεοελληνικής πραγματικότητας, από την εποχή που οι προηγούμενες γενιές αναστήλωναν σε σαθρά θεμέλια τη μεταπολεμική Ελλάδα.
Η ψευδεπίγραφη, επιδοματική ευμάρεια των τελευταίων ετών απέδειξε πως ο νεοπλουτισμός, η έπαρση, η εύκολη και αήθης ανέλιξη, η κατάλυση των δημοκρατικών αξιών, οι πελατειακές σχέσεις, οι αποκαμωμένοι θεσμοί και οι ανήμποροι νόμοι, η αλαζονεία και η λατρεία του βραχυπρόθεσμου αποτελούν κι αυτά χαρακτηριστικά του λαού μας, τα οποία, αντί να παραγνωριστούν, πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο περισυλλογής και αναλυτικής μελέτης.
Η έξοδος από την κρίση και η αποφυγή επανάληψής της απαιτεί την κινητοποίηση όλων των δυνάμεων, που απέμειναν, το σχηματισμό μιας νέας ανθρωπιστικής κουλτούρας, την αποδοχή μιας καινοτόμου ιδεολογίας και την ανάδειξη ηγετών, που θα εμφορούνται από ουμανιστικά ιδεώδη:
-Το αίτημα για άμεση δημοκρατία ή τουλάχιστον για σταδιακή αποδυνάμωση του κοινοβουλευτισμού θα τονώσει την προσωπική ευθύνη και το συλλογικό σκέπτεσαι και πράττειν. Σήμερα, οι νέες τεχνολογίες εγγυώνται την επιτυχία του εγχειρήματος.
-Το περιεχόμενο της Παιδείας δεν θα καθορίζεται από αναλυτικά προγράμματα, που επιβάλλουν τα Υπουργεία, αλλά θα αποτελεί προϊόν διαβούλευσης μεταξύ ενός ανοιχτού σχολείου και μιας πρωτοπόρου κοινωνίας. Τα δε μαθήματα θα προκρίνονται με γνώμονα τη δημιουργικότητα κι όχι το στείρο πραγματισμό. Οι επιταγές της αρχαίας ελληνικής κοσμοθεωρίας είναι περισσότερο επίκαιρες από ποτέ.
-Οι πανευρωπαϊκές πολιτικές αποδείχτηκε πως απλώς συγκλίνουν προς την απόλυτη επιβολή μιας παγκόσμιας τάξης αυθαιρεσίας, υποδούλωσης και τυραννίας. Τα κέντρα των αποφάσεων, είναι επιτακτική ανάγκη να μεταφερθούν στο τοπικό και οι εθνικές αδόκιμες πολιτικές να αντικατασταθούν από περιφερειακές στρατηγικές, που θα λαμβάνουν υπόψη την ιδιαιτερότητα των αναγκών και δυνατοτήτων.
-Η Εκκλησία, ένας από τους λίγους θεσμούς, που μπορούν να αντισταθούν, το έσχατο καταφύγιο,
να αφυπνιστεί, αναλαμβάνοντας τις ευθύνες της και συμπλέοντας με το λαό κι όχι ταυτιζοντας την ιστορική της πορεία με το κράτος.
-Η κοινωνική οικονομία πρέπει να θεσμοθετηθεί σε κάθε έκφανση συναλλακτικής δραστηριότητας
-Η αλληλεγγύη να υπεισέρχεται στα πρώτα στάδια της παραγωγής και όχι να διατυμπανίζεται εκ των υστέρων.
Η παρούσα κρίση είναι κυρίως πολιτιστική, και ως τέτοια, αντιμετωπίζεται μόνο με καταιγισμό πολιτισμικών δράσεων σε κάθε έκφανση της κοινωνικής ζωής. Ανοχή στη διαφορετικότητα, ανασύσταση του παραδοσιακού, αναστοχασμός για τα αξιακά πρότυπα, ενίσχυση της κοινωνικής αυτορρύθμισης, εμπλουτισμός των δημοκρατικών διαδικασιών και εφαρμογή νέων ιδεών, μπορούν να άρουν το αδιέξοδο με το μικρότερο δυνατό τίμημα.
Σχόλια